Τύπος Πειραιώς - Ενημέρωση

Συνάντηση της ΕΣΕΕ με τον υποδιοικητή της ΤτΕ και παράδοση υπομνήματος

Χωρίς κατηγορία στις 17/02/2017

Κείμενο υπομνήματος

Πραγματοποιήθηκε συνάντηση του προέδρου Βασίλη Κορκίδη και του γενικού γραμματέα της ΕΣΕΕ Γ. Καρανίκα με τον υποδιοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος Ιωάννη Μουρμούρα (φωτό) στις εγκαταστάσεις της Τράπεζας. Επί τάπητος τέθηκαν ζητήματα χρηματοοικονομικής υφής που απασχολούν τον επιχειρηματικό και εμπορικό κόσμο της χώρας, ενώ παραδόθηκε ένα πλήρες υπόμνημα με προτάσεις της ΕΣΕΕ επί του συνόλου των τραπεζικών θεμάτων.

Ειδικότερα, συζητήθηκε το εξαιρετικά ανησυχητικό πρόβλημα των «κόκκινων» δανείων, καθώς και το ύψος των μη εξυπηρετούμενων επιχειρηματικών ανοιγμάτων. Ωστόσο, επισημάνθηκε πως δεν αρκεί μόνο οι δανειολήπτες να είναι συνεργάσιμοι αλλά και οι ίδιες οι τράπεζες, ενώ θα πρέπει δια νόμου οι τραπεζικοί υπάλληλοι να απαλλάσσονται των όποιων ποινικών ευθυνών στη διαδικασία ρύθμισης των δανείων.

Επίσης, επισημάνθηκε ότι τα υψηλά επιτόκια χορηγήσεων, κατά πολύ υψηλότερα των αντίστοιχων ευρωπαϊκών, δυσχεραίνουν σημαντικά την οικονομική δραστηριότητα.

Σημειώθηκε η ανάγκη επίσπευσης εφαρμογής του μηχανισμού του Εξωδικαστικού Διακανονισμού ληξιπρόθεσμων οφειλών επιχειρήσεων και ελευθέρων επαγγελματιών. Ο εν λόγω μηχανισμός θα πρέπει να σέβεται τις ιδιαιτερότητες κάθε επιχείρησης αλλά και το τρέχον οικονομικό περιβάλλον με προτεραιότητα την «εντός κρίσης επιχείρηση». Ιδιαίτερη μνεία έγινε επίσης στη ανάγκη θεσμοθέτησης του Ειδικού Επιχειρηματικού Λογαριασμού και μάλιστα στην πρακτική εφαρμογή του, καθώς η μη έκδοση απαραίτητων ερμηνευτικών εγκυκλίων τον καθιστά ουσιαστικά ανενεργό. Επιπλέον, υπογραμμίστηκε η σημασία των ηλεκτρονικών πληρωμών, της γενικευμένης χρήσης του «πλαστικού χρήματος» και των τερματικών “POS” υπό την προϋπόθεση όμως της δραστικής μείωσης των τραπεζικών χρεώσεων και προμηθειών για τις σχετικές συναλλαγές και την προσαρμογή τους στις σημερινές δυνατότητες επιχειρήσεων και καταναλωτών.

Έγινε αναφορά στη σημασία των επενδυτικών προγραμμάτων και των συναφών αναπτυξιακών εργαλείων με τη βαρύτητα να δίνεται στην εξασφάλιση της μέγιστης δυνατής χρήσης των κεφαλαίων που διατίθενται μέσω των προγραμμάτων κρατικών ενισχύσεων και επιδότησης δανεισμού ή εγγυοδοσίας. Εντούτοις επισημάνθηκε η ανάγκη αξιοποίησης του ΕΤΕΑΝ ως μέσο διευκόλυνσης της πρόσβασης του εγχώριου επιχειρείν όχι μόνο στα υφιστάμενα χρηματοδοτικά εργαλεία αλλά και σε εναλλακτικές πηγές ρευστότητας μικροπιστώσεις, crowd funding και venture capital.

Τέλος, τέθηκε με έμφαση από την πλευρά του εμπορικού κόσμου το ζήτημα της περαιτέρω χαλάρωσης και άρσης των «capital controls» που ταλαιπωρούν την επιχειρηματικότητα, δυσχεραίνουν τις εισαγωγές και το διαμετακομιστικό εμπόριο, ενώ περιορίζουν τα μεγέθη της ελληνικής οικονομίας.

ΤΟ ΥΠΟΜΝΗΜΑ

Το παρόν υπόμνημα εστιάζει στο μείζον, για την επιβίωση χιλιάδων επιχειρήσεων και δη των μικρομεσαίων, πρόβλημα της περιορισμένης πρόσβασής τους στις πηγές ρευστότητας, η έκταση του οποίου στην περίοδο της οικονομικής κρίσης έχει λάβει σημαντικές διαστάσεις. Η ανάγκη λήψης άμεσων πρωτοβουλιών, προκειμένου να επιτευχθεί η διόδευση όσο το δυνατόν περισσότερων πόρων στην πραγματική οικονομία (μέσω τραπεζικού  συστήματος και ευρωπαϊκών προγραμμάτων), γίνεται ακόμη πιο επιτακτική εάν συνυπολογιστούν οι επιπλέον επιβαρύνσεις φορολογικού και ασφαλιστικού περιεχομένου τις οποίες θα κληθούν να επωμιστούν οι επιχειρήσεις.

Η παράθεση των προβλημάτων, των βασικών διαπιστώσεων και των προτεινόμενων λύσεων αντικατοπτρίζουν την απόλυτη πραγματικότητα που βιώνει σήμερα η μικρομεσαία εμπορική επιχείρηση. Παράλληλα, αποτελούν τη μοναδική ρεαλιστική βάση, προκειμένου να στηριχθεί ο σχεδιασμός αντιμετώπισης των προβλημάτων και άρσης του αδιεξόδου, καθώς  στηρίζονται εν πολλοίς στην επεξεργασία των στοιχείων που συγκεντρώθηκαν στο πλαίσιο του Έργου «Πρόγραμμα Υποστήριξης μικρομεσαίων εμπορικών επιχειρήσεων». Το συγκεκριμένο πρόγραμμα  υλοποιήθηκε από την ΕΣΕΕ στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ και συμμετείχαν σε αυτό 1.500 εμπορικές επιχειρήσεις από όλη την Ελλάδα.

 

  1. Ρύθμιση μη εξυπηρετούμενων επιχειρηματικών δανείων / Εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης ληξιπρόθεσμων οφειλών επιχειρήσεων και ελ. επαγγελματιών

 

Α. «Κόκκινα» επιχειρηματικά δάνεια

Με το ύψος των συνολικών μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων να προσεγγίζει πλέον τα 107 δις ευρώ, η κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει τα επιχειρηματικά δάνεια προκαλεί έντονο προβληματισμό, καθώς το 45,7% εξ’ αυτών χαρακτηρίζεται, σύμφωνα και με τα τελευταία στοιχεία της ΤτΕ, ως μη εξυπηρετούμενο. Αν και έχουν αναληφθεί πρωτοβουλίες αντιμετώπισης του προαναφερθέντος απειλητικού φάσματος, με την κυριότερη να αποτυπώνεται στη βελτίωση και στην προσπάθεια πρακτικής εφαρμογής του Κώδικα Δεοντολογίας της ΤτΕ, τα αποτελέσματα κρίνονται ως ανεπαρκή και σε κάθε περίπτωση χαμηλότερα των προσδοκιών.

Οι επιχειρήσεις που διαθέτουν οφειλές και βρίσκονται σε αδυναμία εξυπηρέτησης των υποχρεώσεών τους, αντιμετωπίζονται, ακόμη και σήμερα,  περίπου ως «εχθροί» από τις τράπεζες. Ζητείται από τον δανειολήπτη να είναι «συνεργάσιμος» – και αυτό είναι σωστό – αλλά τις περισσότερες φορές οι ίδιες οι τράπεζες δεν είναι συνεργάσιμες. Έχει καταγραφεί μεγάλος αριθμός περιπτώσεων, που, ενώ ο πελάτης υποβάλλει έγγραφο αίτημα ρύθμισης στην τράπεζά του, είτε δεν παίρνει ποτέ απάντηση, είτε η τράπεζα, μέσω εισπρακτικών εταιριών και δικηγορικών γραφείων, συνεχίζει τις ενέργειες αναγκαστικής είσπραξης, είτε στην καλύτερη περίπτωση λαμβάνει μία απόφαση ρύθμισης που καταφανώς δεν μπορεί να εξυπηρετηθεί από τον πελάτη. Το αποτέλεσμα σε όλες τις περιπτώσεις είναι η οφειλή να προσαυξάνεται με δυσβάστακτα επιπλέον βάρη (τόκους υπερημερίας, δικαστικά και άλλα έξοδα) και η επιχείρηση να οδηγείται στη χρεωκοπία. Η συχνότητα εμφάνισης των περιπτώσεων αυτών είναι μεγαλύτερη όσο μικρότερη είναι η επιχείρηση και όσο χαμηλότερο είναι το ύψος των οφειλών, γεγονός που καταδεικνύει ότι οι τράπεζες, για δικούς τους λόγους, δίνουν προτεραιότητα στις μεγαλύτερες σε ύψος απαιτήσεις τους.

❖ Αναντίρρητα, το υψηλό κόστος χρηματοδότησης των επιχειρήσεων αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες της περιορισμένης πρόσβασής τους στη ρευστότητα. Η έντονη διαφοροποίηση του μέσου επιτοκίου δανεισμού των επιχειρήσεων  στην Ευρωζώνη σε σύγκριση με την Ελλάδα (2,6% – 2,9% έναντι 5,3%, Δεκέμβριος 2016, επιχειρηματικά δάνεια με συγκεκριμένη διάρκεια και κυμαινόμενο επιτόκιο για ποσά έως 250.000 €) θέτει ζητήματα επιβίωσης για τις εξωστρεφείς και υγιείς εγχώριες μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Παράλληλα όμως, η αναντιστοιχία επιτοκίων προκαλεί πλήγμα στην ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων, από τη στιγμή που η χρηματοδότηση των επιχειρήσεων των λοιπών Κρατών – Μελών της Ευρωζώνης είναι απρόσκοπτη και αισθητά φθηνότερη.

❖ Αποτελεί αδήριτη ανάγκη η θέσπιση ενός πλαισίου προστασίας των «εντός της κρίσεως υπερχρεωμένων επιχειρήσεων», στο οποίο θα εντάσσονται εκείνοι οι επιχειρηματίες, οι οποίοι  εξαιτίας των δυσμενών συνεπειών της οικονομικής κρίσης που άρχισαν να γίνονται απτές το 2009, δηλώνουν αδυναμία ανταπόκρισης στις ληξιπρόθεσμες και τρέχουσες υποχρεώσεις τους. Το πλαίσιο που θα εφαρμοστεί, στη διαμόρφωση του οποίου θα μπορούσε να συνδράμει και η ΕΣΕΕ, οφείλει να διακρίνεται από μεγαλύτερη ευελιξία, ταχύτητα και ελαστικότητα και από τη θέσπιση  ηπιότερων όρων  μεταχείρισης των εντασσόμενων σε αυτό, εκ μέρους των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Οφείλει ακόμη να εξασφαλίζει την παροχή στον δανειολήπτη αντικειμενικής αξιολόγησης και συμβουλευτικής υποστήριξης στη λήψη των αποφάσεων, που μπορούν να τον οδηγήσουν με ασφαλή τρόπο στην υλοποίηση της συμφωνημένης ρύθμισης και στην βιωσιμότητα της επιχείρησής του.

❖ Τα δανειακά τραπεζικά προϊόντα που προτείνονται για την υλοποίηση των ρυθμίσεων θα πρέπει να αποκτήσουν την απαραίτητη ευελιξία για να προσαρμόζονται στις λογικές απαιτήσεις κάθε περίπτωσης. Πολλές μικρές ελληνικές εμπορικές επιχειρήσεις έχουν έντονο εποχικό χαρακτήρα (επιχειρήσεις π.χ. των νησιών και των τουριστικών περιοχών της χώρας μας). Σε αυτές τις επιχειρήσεις ένα δοσολόγιο που προβλέπει ισόποσες μηνιαίες δόσεις δεν μπορεί να εξυπηρετηθεί. Για την εξεύρεση λύσεων, οι οποίες προφανώς δεν είναι εύκολες, θα πρέπει να υπάρξει συνεργασία όλων των εμπλεκομένων μερών, με τη βασική κατεύθυνση να είναι ευθύνη της πολιτείας. Η ΕΣΕΕ, μέσω του υλοποιηθέντος Προγράμματος Υποστήριξης Μικρομεσαίων Εμπορικών Επιχειρήσεων, παρείχε συμβουλευτική υποστήριξη στις επιχειρήσεις προκειμένου να καταστεί εφικτή η γρήγορη προσαρμογή και η αντιμετώπιση των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης. Οι κατευθυντήριες αρχές προς τις επιχειρήσεις συνοψίζονταν:

  • Στην εφαρμογήαποδοτικότερων μεθόδων οικονομικής διαχείρισης και μείωσης του λειτουργικού τους κόστους.
  • Στην κατανόησητων πραγματικών αναγκών ρευστότητάς τους και στην αναζήτηση της κατάλληλης κάθε φορά πηγής χρηματοδότησης.
  • Στην αντιμετώπιση του συνόλου των υποχρεώσεών τους με τον ενδεδειγμένο, ανάλογα με τις συνθήκες, τρόπο και στον καθορισμό ρεαλιστικών προτεραιοτήτων.
  • Στον ορθολογικό προγραμματισμό των ταμειακών τους ροών, ώστε να είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους.
  • Στην ενημέρωση/πληροφόρησή τους για τις επικρατούσες συνθήκες της αγοράς και τις τάσεις του ανταγωνισμού, προκειμένου να προβαίνουν έγκαιρα στην ευέλικτη προσαρμογή του σχεδιασμού τους. Εφαρμογή τεχνικών αποτελεσματικότερης εσωτερικής οργάνωσης και αξιοποίησης σύγχρονων τεχνολογικών μέσων και μεθόδων.

Με λίγα λόγια, η ΕΣΕΕ υποστηρίζει έμπρακτα τον επιχειρηματία, προκειμένου να καταστεί περισσότερο αποτελεσματικός, δημιουργικός και συνεργάσιμος. Θα πρέπει όμως και από την άλλη πλευρά να δημιουργηθεί ένα φιλικότερο περιβάλλον για την ελληνική μικρή και μεσαία επιχείρηση, μέσα στο οποίο θα της δοθεί η δυνατότητα όχι μόνο να αντλεί την αναγκαία κάθε φορά ρευστότητα αλλά και να βρίσκει αποτελεσματική διέξοδο από το σημερινό φαύλο κύκλο της υπερχρέωσης και των μη εξυπηρετούμενων οφειλών.

Β. Εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης ληξιπρόθεσμων οφειλών επιχειρήσεων και ελ. επαγγελματιών

Η διαμόρφωση ενός ευρύτερου πλαισίου ρύθμισης και ένταξης του συνόλου των ληξιπρόθεσμων οφειλών επιχειρήσεων και ελ. επαγγελματιών προς το Δημόσιο, τα Ασφαλιστικά Ταμεία, τις Τράπεζες και τους Προμηθευτές αποτελούσε, στη διάρκεια των τελευταίων ετών, ένα πάγιο και διαρκές αίτημα της ΕΣΕΕ. Μάλιστα, η Ελληνική Συνομοσπονδία Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας συμμετέχοντας ενεργά στη διαβούλευση επί του επικείμενου Νομοσχεδίου, είχε καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις, η ουσία των οποίων μπορεί συνοπτικά να αποδοθεί ως εξής:

  • Θέσπιση ημιαυματοποιημένων κριτηρίων για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, τα οποία θα είναι περισσότερο ευέλικτα, αξιολογώντας ταυτόχρονα τα ποιοτικά στοιχεία/μεταβλητες της επιχείρησης, το επιχειρηματικό της σχέδιο (BusinessPlan) και τις προοπτικές ανάπτυξής της (καλή συναλλακτική συμπεριφορά και ιστορική διαδρομή της επιχείρησης, έμφαση στη διατήρηση των θέσεων εργασίας και όχι στην κερδοφορία.
  • Η ισχύς του Νόμου θα πρέπει να έχει διευρυμένη διάρκεια (π.χ. 2 ετών).
  • Δυνατότητα ρύθμισης οφειλών από το 2009 και μετά, στη διάρκεια δηλαδή της οικονομικής κρίσης.
  • Να απαλλάσσεται η οφειλή από καταχρηστικές ή υπερβολικές χρεώσεις με τις οποίες έχει επιβαρυνθεί.
  • Να προτάσσεται η βιωσιμότητα της επιχείρησης έναντι του χρόνου εξόφλησης της οφειλής, γεγονός που ισοδυναμεί με τη δυνατότητα αναπροσαρμογής (προς τα κάτω)  του αρχικώς προβλεπόμενου ύψους των δόσεων.
  • Ο περιορισμός του γραφειοκρατικού κόστους, η διευθέτηση των εκκρεμών δικαστικών υποθέσεων και η ρύθμιση μίας σειράς θεμάτων όπως η νομική κάλυψη των τραπεζικών στελεχών και των δημοσίων υπαλλήλων.
  • Διευκόλυνση των υπερχρεωμένων πολύ μικρών επιχειρήσεων, οι ιδιοκτήτες των οποίων επιθυμούν το τερματισμό της λειτουργίας τους (κυρίως λόγω συνταξιοδότησης).

Σε αναμονή της δημοσιοποίησης του κειμένου του Νομοσχεδίου που θα κατατεθεί προς συζήτηση στη Βουλή και με βάση ορισμένα προσχέδια που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, οι προβλεπόμενες διατάξεις κρίνονται ως ανεπαρκείς. Κι αυτό γιατί η αυστηροποίηση των αρχικών κριτηρίων αποκλείει από τις ευεργετικές ρυθμίσεις τη μεγάλη πλειοψηφία των ενδιαφερόμενων, καθώς η πρόβλεψη ύπαρξης μίας τουλάχιστον κερδοφόρας χρήσης και η θέσπιση αυτοματοποιημένων μόνο κριτηρίων, απαξιώνοντας τη σημασία του επιχειρηματικού σχεδίου (Business Plan), δεν λαμβάνουν υπόψη τους την πραγματική κατάσταση της Αγοράς.

Η εφαρμογή λύσεων οριζόντιου χαρακτήρα ευνοεί τους οικονομικά ισχυρότερους, οι οποίοι αποτελούν τη μειοψηφία, ενώ αφήνουν εκτός τη συντριπτική πλειοψηφία των δυνητικά δικαιούχων. Προς αυτή την κατεύθυνση, μία δίκαιη και ρεαλιστική συνολική λύση στα προβλήματα των επιχειρήσεων πρέπει να λαμβάνει υπόψη της την οικονομική πραγματικότητα, η οποία διαφοροποιείται αναλόγως του μεγέθους των επιχειρήσεων. Σε κάθε περίπτωση, η επίσπευση της θεσμοθέτησης του αναμενόμενου Νόμου θα δώσει τη δυνατότητα υποβολής βελτιωτικών προτάσεων από τους παραγωγικούς φορείς, ενώ ταυτόχρονα θα βελτιώσει τη ψυχολογία της Αγοράς, καθιστώντας την επιβίωση χιλιάδων επιχειρήσεων περισσότερο εφικτή.

 

 

  1. Πρακτική εφαρμογή & λειτουργία του Ειδικού Επιχειρηματικού Λογαριασμού/Προώθηση ηλεκτρονικών συναλλαγών

 

Α.  Πρακτική εφαρμογή & λειτουργία του Ειδικού Επιχειρηματικού Λογαριασμού

Παρά το γεγονός πως στο Νομοσχέδιο για το «Πλαστικό Χρήμα», υπάρχει διάταξη αναφορικά με τη θέσπιση του «Ειδικού Επιχειρηματικού Λογαριασμού», εντούτοις η ουσιαστική λειτουργία του, μέσω της  έκδοσης των απαραίτητων ερμηνευτικών εγκυκλίων, δεν έχει ακόμη τεθεί σε εφαρμογή.  Η ΕΣΕΕ από καιρού έχει προτείνει τη θεσμοθέτηση του επαγγελματικού λογαριασμού με πρόβλεψη ειδικού προστατευτικού καθεστώτος, έναντι των κατασχέσεων για τις επιχειρήσεις. Η κατάσχεση για οφειλές σε Εφορίες, Ασφαλιστικά Ταμεία ή για την εξόφληση Δανείων, ουσιαστικά συντελεί στην εκμηδένιση της ρευστότητας της επιχείρησης και στην αδυναμία λειτουργίας της.

Θα πρέπει, στο πλαίσιο της ισότιμης μεταχείρισης μεταξύ φυσικών προσώπων και επιτηδευματιών, να παρέχεται στην κάθε επιχείρηση η δυνατότητα γνωστοποίησης ενός επαγγελματικού λογαριασμού σε πιστωτικό ίδρυμα, ο οποίος θα μπορεί, ακόμη και μετά την εντολή κατάσχεσης, να τροφοδοτεί τις βασικές λειτουργίες της (πληρωμή μισθοδοσίας, οφειλών προς το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία και προμηθευτών). Ο συγκεκριμένος λογαριασμός θα συνδέεται με τις εισπράξεις της επιχείρησης από πιστωτικές, χρεωστικές και προπληρωμένες κάρτες μέσω της χρήσης τερματικών μηχανημάτων αποδοχής ηλεκτρονικών πληρωμών (POS), ενώ το ύψος του προστατευτικού ορίου θα καθορίζεται βάσει των απολογιστικών δεδομένων της οικονομικής λειτουργίας κάθε επιχείρησης.

Β.  Προώθηση ηλεκτρονικών συναλλαγών/Χρήση POS/Πλαστικό Χρήμα

Η παρατηρούμενη, μετά την επιβολή των Capital Controls, εκτόξευση των συναλλαγών που πραγματοποιούνται με χρεωστικές, πιστωτικές και προπληρωμένες κάρτες αλλά και ηλεκτρονικά μέσα, συνιστά μία θετική εξέλιξη, οι επιπτώσεις της οποίας αποτυπώνονται στην τόνωση των δημοσίων εσόδων και στον περιορισμό της φοροδιαφυγής. Σύμφωνα μάλιστα με εκτιμήσεις πιστωτικών ιδρυμάτων στη διάρκεια του 2017 οι συναλλαγές με «πλαστικό χρήμα» θα ξεπεράσουν τα 20 δις € από 15 δις ευρώ που ήταν το 2016, με τον αριθμό τους να προσεγγίζει πλέον τα 14,5 εκ. Περαιτέρω, τα εγκατεστημένα τερματικά αποδοχής πληρωμών (POS) εκτιμώνται σήμερα στις περίπου 320.000 πανελλαδικά, με προοπτική να ξεπεράσουν τις 400.000 στη διάρκεια του τρέχοντος έτους.

Ο εμπορικός κόσμος τάσσεται υπέρ των ηλεκτρονικών πληρωμών και της γενικευμένης χρήσης «Πλαστικού Χρήματος», υπό την προϋπόθεση βεβαίως της χαλάρωσης των τραπεζικών χρεώσεων και προμηθειών για τις σχετικές συναλλαγές και την προσαρμογή τους στα ευρωπαϊκά επίπεδα. Αφορμή για τη διατύπωση του συγκεκριμένου αιτήματος, αποτελεί η, σε καθημερινή βάση, υποβολή παραπόνων από εμπόρους ανά την Επικράτεια για υπερβολικές τραπεζικές χρεώσεις, οι οποίες μπορούν να προσεγγίζουν μεγέθη της τάξεως του 1,5% – 1,7%.

Η προαναφερθείσα παράμετρος σε συνδυασμό με την καταγραφή κρουσμάτων απάτης με τερματικά POS, από τη δράση επιτήδειων, οι οποίοι εκμεταλλεύονται τα υφιστάμενα κενά ασφαλείας, αποτελούν τροχοπέδη στην προσπάθεια μαζικοποίησης των ηλεκτρονικών συναλλαγών. Η πληθώρα μεθόδων εξαπάτησης των ανυποψίαστων ενδιαφερομένων επιτηδευματιών, ώθησε την ΕΣΕΕ στη σύναψη συνεργασίας με τη Διεύθυνση Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος για την υλοποίηση της καινοτόμου δράσης «FeelSafe». Η δημιουργία του σχετικού ιστότοπου www.cyberalert.gr/feelsafe/ αποσκοπεί στην από κοινού συστηματική και επιστημονική μελέτη των θεμάτων και προβλημάτων που προκύπτουν για το εμπόριο και τους καταναλωτές από τη διενέργεια ηλεκτρονικών συναλλαγών. Επιδίωξη αμφότερων των μερών αποτελεί η ενημέρωση εμπόρων και καταναλωτών για τους διαδικτυακούς κινδύνους και την ασφαλή χρήση του διαδικτύου στις εμπορικές συναλλαγές και τις διαδικτυακές αγορές.

 

  1. Επενδυτικά προγράμματα και αναπτυξιακά εργαλεία/ΕΤΕΑΝ Α.Ε.

 

 Α. Θέματα ανάληψης επενδυτικών πρωτοβουλιών και προώθησης αναπτυξιακών εργαλείων (καινοτομία, εξωστρέφεια κλπ).

 

Σημαντική προτεραιότητα θα πρέπει να αποτελέσει η εξασφάλιση της μέγιστης δυνατής χρήσης των κεφαλαίων που διατίθενται μέσω των προγραμμάτων κρατικών ενισχύσεων και επιδότησης δανεισμού ή εγγυοδοσίας. Για να επιτευχθεί αυτό χρειάζεται αναδιάρθρωση του υφιστάμενου τραπεζικού μηχανισμού, οι βασικές αρχές του οποίου θα πρέπει  να διακρίνονται από:

 

  • Απλότητα και σαφήνεια των προβλεπόμενων διαδικασιών.
  • Την πλήρη ενημέρωση και την άρτια εκπαίδευση του  τραπεζικού δικτύου.
  • Την παροχή ενημέρωσης και συμβουλευτικών υπηρεσιών προς τους πελάτες.
  • Την αλλαγή του τρόπου αξιολόγησης των αιτημάτων, με βαρύτητα στην απόδοση και βιωσιμότητα και όχι στις εξασφαλίσεις.

Η προφανής αιτία της μειωμένης, λόγω πτώσης του κύκλου εργασιών, ρευστότητας των επιχειρήσεων ευθύνεται για ένα μέρος μόνο του προβλήματος, δηλαδή του σχεδόν πλήρους αποκλεισμού της μικρής επιχείρησης από την αξιοποίηση των Προγραμμάτων. Σημαντική ευθύνη έχουν επίσης:

  • Οι έντονα γραφειοκρατικές διαδικασίες και η έλλειψη διάθεσης, εκ μέρους των τραπεζών, στην υποδοχή αιτημάτων για αξιοποίηση προγραμμάτων, είτε κρατικών/κοινοτικών ενισχύσεων, είτε των προγραμμάτων της ΕΤΕΑΝ. Το δίκτυο των τραπεζικών καταστημάτων, στην πλειοψηφία του, δε διαθέτει την αναγκαία γνώση και εμπειρία αλλά και κίνητρα ώστε να  ενημερώνει σωστά, να κατευθύνει τους πελάτες στις κατάλληλες επιλογές και να εξυπηρετεί εγκαίρως τα αιτήματα.
  • Σημαντική συνιστώσα του αυξημένου διοικητικού κόστους, αποτελεί η έλλειψη μίας ομογενοποιημένης πλατφόρμας αιτήσεων που συμπληρώνονται και υποβάλλονται από τους ενδιαφερομένους στα τραπεζικά ιδρύματα και η απουσία ενός κοινού report που εκδίδουν σε μηνιαία βάση οι ενδιάμεσοι φορείς διαχείρισης (π.χ. ΕΤΕΑΝ).
  • Οι όροι που τίθενται από τις τράπεζες για την ικανοποίηση αιτημάτων χρηματοδότησης ή παροχής εγγυήσεων είναι υπερβολικά δυσμενείς. Για τη χορήγηση π.χ. μιας εγγυητικής επιστολής, που θα χρησιμοποιηθεί για τη λήψη προκαταβολής επιχορήγησης από εγκεκριμένο πρόγραμμα, ζητείται ως κάλυμμα ισόποση δέσμευση στον λογαριασμό όψεως της επιχείρησης, κάτι που είναι προφανές ότι ακυρώνει εντελώς τη διευκόλυνση λήψης της προκαταβολής. Μέρος του προβλήματος θα επιλυθεί με την αξιοποίηση του escrow account που λειτουργεί στο Ταμείο Παρακαταθηκών, χρειάζεται όμως ενημέρωση και βελτίωση των διαδικασιών.
  • Οι τράπεζες για την υποστήριξη των επενδυτικών σχεδίων των επιχειρήσεων, εξακολουθούν σε μεγάλο βαθμό να στηρίζονται στην αξιολόγηση των παρεχομένων εξασφαλίσεων (εμπράγματων και προσωπικών) και όχι στην αξιολόγηση των προοπτικών της επένδυσης και της βιωσιμότητας της επιχείρησης (π.χ. BusinessPlan).

 

Β. ΕΤΕΑΝ Α.Ε.

Η ΕΣΕΕ έχει επανειλημμένως τονίσει την ανάγκη μετασχηματισμού του ΕΤΕΑΝ σε ένα εργαλείο που θα έχει ως αποκλειστικό στόχο την χορήγηση πιστώσεων αλλά και τη μεταφορά τεχνογνωσίας στις μικρού και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις. Με αυτόν τον τρόπο, η ΕΤΕΑΝ Α.Ε. θα αποτελέσει ένα χρηματοδοτικό ίδρυμα που θα καλύπτει ολόκληρο το φάσμα χρηματοπιστωτικής εξυπηρέτησης προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία της εγχώριας οικονομίας. Στην πραγματικότητα, υπάρχει πρόσφορο έδαφος ανάδειξης της ΕΤΕΑΝ ως το κυριότερο μέσο διευκόλυνσης της πρόσβασης του εγχώριου επιχειρείν όχι μόνο στα υφιστάμενα χρηματοδοτικά εργαλεία αλλά και σε εναλλακτικές πηγές ρευστότητας (μικροπιστώσεις, crowd funding, venture capital κ.α.).

Οι ισχύουσες και προγραμματιζόμενες δράσεις του Ταμείου (ΤΕΠΙΧ: εγγυοδοτικά προγράμματα, επιχειρηματική επανεκκίνηση, νησιωτική τουριστική επιχειρηματικότητα, ΤΕΞΟΙΚ – μείωση ενεργειακού κόστους επιχειρήσεων – & ΤΑΝΕΟ), μπορούν να εμπλουτιστούν με σύγχρονα και ευέλικτα τραπεζικά προϊόντα, συνεισφέροντας στην όσο το δυνατόν μεγαλύτερη μόχλευση των αρχικά διαθέσιμων πόρων. Ενδεικτικά, η υλοποίηση των ανωτέρω μπορεί να επέλθει μέσω:

  • Της διεύρυνσης του δανεισμού με την χορήγηση μικροπιστώσεων μέχρι 10.000 €.
  • Της πρόβλεψης πιο ευέλικτων εγγυοδοτικών προϊόντων, προσαρμοσμένων στις ανάγκες των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
  • Της διεύρυνσης της συμμετοχής στο κεφάλαιο των επιχειρήσεων, όχι μόνο για τα “start ups”, τα οποία εν πολλοίς εκλείπουν από την ελληνική αγορά αλλά και για τα “follow ups” και τα “restarts”.

Οι πηγές άντλησης κεφαλαίων του νέου αναπτυξιακού φορέα θα μπορούν να προέρχονται από τον συνδυασμό των διαθέσιμων πόρων του ΕΣΠΑ, του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων και των διαρθρωτικών ταμείων. Πηγές για το Ταμείο μεταξύ άλλων, θα μπορούσαν να αποτελέσουν κεφάλαια από ευρωπαϊκούς και διεθνείς χρηματοπιστωτικούς θεσμούς και ιδρύματα, όπως το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων της ΕΤΕΠ, το EBRD κ.α.  Απώτερος στόχος της προτεινόμενης μετεξέλιξης του ρόλου του ΕΤΕΑΝ είναι η διευθέτηση, έστω μέρους, των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν τη δεδομένη χρονική στιγμή οι επιχειρήσεις, αναφορικά με  την πρόσβασή τους στις διαθέσιμες πηγές ρευστότητας, με τα κυριότερα εξ’ αυτών να συνοψίζονται:

  • Στην ελλιπή πληροφόρηση.
  • Στην ασυμμετρία προσφοράς και ζήτησης κεφαλαίων.
  • Στον κατακερματισμό των επιχειρηματικών κεφαλαίων.
  • Στις καταγεγραμμένες αποκλίσεις των επιτοκίων χορηγήσεων.
  • Στους αυστηρούς όρους χορήγησης πιστώσεων, ιδίως σε χώρες που αντιμετωπίζουν δημοσιονομικά προβλήματα.
  • Στις ζητούμενες υπέρμετρες προσωπικές και εμπράγματες εγγυήσεις ως προϋπόθεση χρηματοδότησης.

Εν ολίγοις, η απλοποίηση των γραφειοκρατικών διαδικασιών, η ανεύρεση και ο σχεδιασμός νέων/εναλλακτικών χρηματοδοτικών εργαλείων, προσαρμοσμένων στις ανάγκες της Αγοράς, καθώς επίσης και η άντληση πόρων με χαμηλό κόστος για τις επιχειρήσεις, θα πρέπει να αποτελέσουν τους βασικούς πυλώνες του αναβαθμισμένου ρόλου που θα κληθεί να διαδραματίσει το Ταμείο.

Η Ελληνική Συνομοσπονδία Εμπορίου & Επιχειρηματικότητας, μέσω της ανάδειξης των κυριότερων λόγων μειωμένης αποτελεσματικότητας των μέχρι σήμερα μέσων πρόσβασης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στις διαθέσιμες πηγές ρευστότητας αλλά και της ταυτόχρονης επισήμανσης λύσεων βελτίωσης της υφιστάμενης κατάστασης, επιδιώκει στη διαμόρφωση ενός πλασίου περισσότερο φιλικού προς τις επιχειρήσεις. Προς αυτή την κατεύθυνση και αναγνωρίζοντας τον εν γένει κομβικό ρόλο του εγχώριου χρηματοπιστωτικού συστήματος, η ΕΣΕΕ με αίσθημα υπευθυνότητας απέναντι στα μέλη της, θεωρεί την στενότερη συνεργασία με την Ελληνική Ένωση Τραπεζών ως βασικό προαπαιτούμενο για την υλοποίηση δράσεων που περιλαμβάνονται στο παρόν υπόμνημα και προάγουν το εγχώριο επιχειρείν.

Απάντηση

Αρέσει σε %d bloggers: