Από την νικηφόρα πορεία του Ελληνικού Στρατού και Στόλου 1912-1913, στο σήμερα…
Ένδοξοι ηρωικοί πρόγονοι, αλλά…
|> Το βιβλίο έχει τίτλο “Η νικηφόρα πορεία του Ελληνικού Στρατού και Στόλου 1912-1913”. Μου το έστειλε ο φίλος εφοπλιστής και ευπατρίδης Ανδρέας Αν. Ποταμιάνος. Στο εξώφυλλο αναφέρεται επίσης: “Ιστορική Συλλογή Βαλκανικών Πολέμων οικογενείας Α. Ποταμιάνου” και η επιμέλεια είναι της Αργυρής Κ. Μπαξεβάνου (Εκδόσεις “Ολκός”).
Το άνοιξα στο σπίτι, νωρίς το απόγευμα, με τον καφέ. Δεν σήκωσα κεφάλι μέχρι να απολαύσω και την τελευταία από τις 133 σελίδες του. Κι όταν τελείωσα το ταξίδι, τα συναισθήματα ήταν συγκεχυμένα.
Κατ’ αρχήν, το πολύτιμο ετούτο χρονολόγιο, με έκανε να ξεχάσω και τα μνημόνια και τα Ίμια και το ΤΑΙΠΕΔ και την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας, και τα ψέματα του Αλέξη και τις μπαρούφες των απέναντί του.
Από νίκη σε νίκη, από θρίαμβο σε θρίαμβο. Ο στρατηλάτης διάδοχος, ο νικηφόρος πρωθυπουργός, ο αγαπητός βασιλεύς, ο ενωμένος λαός, η Ελλάς μεγαλουργούσα!
Οι ανίκητοι Έλληνες στρατιώτες και ναύτες, οι άξιοι αξιωματικοί, οι ηρωικοί Έλληνες των κατεχομένων από τους Οθωμανούς περιοχών. Ένα έπος ανεπανάληπτο, έπος που ξέπλυνε μονομιάς την πίκρα της ήττας του 1897. Περηφάνια, λοιπόν και υγρά μάτια, κόμπος στο λαιμό…
-«Τί διαβάζεις, παππού και δεν ακούς που σε φωνάζω;», μου είπε με παράπονο η εγγονή μας.
-«Έλα να σου διαβάσω κι εσένα να μου πεις τη γνώμη σου», της λέω και την πήρα αγκαλιά.
Γεμάτο εικόνες το χρονολόγιο και εξηγούσα στη μικρή τί παρίστανε η κάθε μια.
-«Και γιατί έλεγες στη γιαγιά ότι στενοχωριέσαι μες το βιβλίο που διαβάζεις;» ρώτησε, καθώς με είχε ακούσει να μιλώ για στενοχώρια στη συμβία μου.
Περιορίστηκα να της πω ότι «μιλούσα για άλλο θέμα με τη γιαγιά» και δεν επέμεινε.
Τι να της απαντούσα; Να της έλεγα ότι εμείς, οι σημερινοί Έλληνες, αποδειχθήκαμε ανάξιοι εκείνων του 1912-13;
Να της έλεγα ότι μόλις προ τριάντα ετών εξοφλήσαμε τα χρέη του ατυχούς πολέμου του 1897 και τώρα έχουμε καταχρεωθεί και μάλιστα χωρίς να γίνει πόλεμος;
Τι να της έλεγα; Ότι οι τότε (ανάξιους τους αποκαλούσαν και τότε) πολιτικοί μας εκχώρησαν το αλάτι, το οινόπνευμα, το φωτιστικό πετρέλαιο, τα σπίρτα και το ορυκτό αλάτι ενώ σήμερα ξεπουλήσαμε μέχρι και τις οδοντογλυφίδες;
Τι να έλεγα στην εγγονή μου; Ότι ο παππούς μου πολέμησε και έκανε την Ελλάδα δυο φορές μεγαλύτερη ενώ εμείς, η δική μου γενιά, χωρίς να έχει ρίξει ντουφεκιά , παρά μόνο στην εκπαίδευση, έχει εκχωρήσει την εθνική κυριαρχία;
Τι να απαντούσα; Ότι το ναυτικό μας είχε καταλάβει την Ίμβρο και την Τένεδο και είχε στριμώξει την τουρκιά στα Στενά ενώ εμείς βάψαμε γκρίζα τα Ίμια;
Τι τα θέλεις, όμως, Ανδρέα; Μήπως δεν χάσαμε και την ελληνική κρουαζιέρα; Μήπως δεν εξέλιπε η ελληνική σημαία από τα βαπόρια; Μήπως δεν έγιναν και σ’ αυτό τον τομέα τα χατίρια των ξένων; Αυτή δεν είναι η πικρή αλήθεια; Κι εμείς την γνωρίζουμε με πρόσωπα και γεγονότα…