Τύπος Πειραιώς - Ενημέρωση

Μέρες Κινηματογράφου στις μεταμεσονύκτιες προβολές

FLASH στις 11/01/2019

Συνέντευξη του Άκη Καπράνου, που τα σαββατόβραδα “κλείνει” τους cinéphil στη σκοτεινή αίθουσα του “Ααβόρα”

ypogeio.gr |> Τον Άκη Καπράνο τον ήξερα σαν όνομα από πολύ παλιά μέσα από τις μεστές και ψύχραιμες κριτικές του για ταινίες, τον πρωτογνώρισα μέσα από το επαγγελμά του, αυτό του κριτικού κινηματογράφου.

Όταν τον Ιανουάριο του 2016 τον είχα δει στο ντοκιμαντέρ του μεγάλου Νίκου Τριανταφυλλίδη “Τα Στέκια – Ρόδον Live” να μιλάει για το αείμνηστο λαϊβάδικο της οδού Μάρνη, είχα νιώσει μια κάποια ταύτιση – όχι μόνο ηλικιακή (είμαστε συνομήλικοι), αλλά και πιο βαθιά, θα μπορούσες να την πεις και “αξιακή”. Του έκανα το ίδιο βράδυ αίτημα φιλίας στο fb κι έτσι γίναμε διαδικτυακοί φίλοι. Σημεία των καιρών…

Μέσα από τη σελίδα του Άκη στο διαβόητο μέσο κοινωνικής δικτύωσης, μπόρεσα να διαπιστώσω αυτό που από ένστικτο είχα αισθανθεί όταν είχα δει Τα Στέκια, πως δηλαδή ο πολυσχιδής κύριος Καπράνος έχει άποψη, προφανώς επί του επαγγελματικού αντικειμένου του, αυτού του κινηματογράφου, αλλά και επί του δικού μας εδώ κάτω πάθους, της μουσικής. Αλλά και επί θεμάτων καθημερινών, (ως ένα βαθμό) πολιτικών και κοινωνικών κλπ. Μια άποψη άλλοτε δωσμένη με χιούμορ, άλλοτε με (αυτο)σαρκασμό, άλλοτε με βαθύ στοχασμό και προβληματισμό… Πάντα όμως με ευρηματικότητα και αλήθεια. Τη δική του αλήθεια.

Τα τελευταία σχεδόν δύο χρόνια, ο κριτικός και καθηγητής κινηματογράφου, ραδιοφωνικός παραγωγός, αλλά και μουσικός, Άκης Καπράνος “τρέχει” τις μεταμεσονύκτιες Σαββατιάτικες προβολές του “Midnight Express” και τούτο το project του ήταν η αφορμή για μια κουβέντα που καιρό ήθελα να κάνω μαζί του. Με χαρά και τιμή καλωσορίζουμε τον Άκη Καπράνο στο Υπόγειο.

Το Υπόγειο: Άκη σε καλωσορίζουμε στο Υπόγειο. Το κανονικό μου επάγγελμα είναι ψυχολόγος, οπότε θα ήθελα να ξεκινήσουμε από τα παιδικά σου χρόνια… Πώς και πού μεγάλωσες και πώς πρωτοαναπτύχθηκαν μέσα σου οι έρωτες για τη μουσική και τον κινηματογράφο;
Γεννήθηκα στις 2 Απριλίου του 1976 στο Χατζηκυριάκειο του Πειραιά. Η αγάπη για το σινεμά και τη μουσική ήρθε πάρα πολύ νωρίς: το ΣΙΝΕΑΚ του Πειραιά έπαιζε μονάχα παιδικές ταινίες τότε και περνούσα αρκετές μέρες την εβδομάδα εκεί. Παράλληλα τα μουσικά ακούσματα του πατέρα μου στο σπίτι (Beatles, Stones κλπ) με σκάλωσαν τόσο που ειλικρινά δεν μπορούσα να ακούσω τη μουσική που άκουγαν τα παιδιά της ηλικίας μου. Απλά δεν την έβρισκα με ό,τι έπαιζε το ραδιόφωνο εκείνη την εποχή. Επίσης είχα, αυτό που λένε, καλό μουσικό αυτί (οι σπουδαγμένοι μουσικοί φίλοι μου με σιχαίνονται ακόμα γι αυτό) και ανακάλυψα πως μπορούσα εύκολα να συνθέσω και δικά μου πράγματα. Όλα αυτά σε πολύ μικρή ηλικία. Φυσικά τους υπόλοιπους συνομήλικους συμπολίτες μου τους ενδιέφερε μονάχα η μπάλα, οπότε έμαθα πολύ μικρός να τη σιχαίνομαι.

Το Υπόγειο: Οι πρώτες ταινίες και οι πρώτες μουσικές που αγάπησες;
Πρώτες μουσικές, όπως είπα, Beatles. Και τα πρώτα άλμπουμ του Διονύση Σαββόπουλου. Το soundtrack του E.T. και του Blade Runner. Πρώτες ταινίες, σίγουρα οι τρέχουσες «παιδικές» εκείνης της περιόδου: Goonies, Gremlins – αλλά και παλαιότερες που παιζόντουσαν στα θερινά, όπως οι κωμωδίες του Τζέρι Λιούις και αυτές με τους Γουόλτερ Ματάου και Τζακ Λέμον – επίσης κωμωδίες με τον Λούι Ντε Φινές και τον Αντριάνο Τσελεντάνο. Η αγάπη για το Φανταστικό ήρθε πολλά χρόνια μετά, αλλά όταν είδα το Suspiria σε βιντεοκασσέτα στα 13 μου, ήξερα τι ήθελα να σπουδάσω όταν μεγαλώσω. Στη μουσική είμαι μάλλον αυτοδίδακτος, λίγα βασικά μόνο σε ωδείο.

Το Υπόγειο: Κεφάλαιο Septic Flesh: Πώς εντάχθηκες στην μπάντα και ποιες οι αναμνήσεις σου από τη θητεία σου στο εν λόγω συγκρότημα;
Έπαιζα ήδη σε πολλά σχήματα εκείνη την περίοδο: Στους Depression (prog-metal κατάσταση), σε ένα punk σχήμα με ελληνικό στίχο («Πνευματική Διάψευση» – κάναμε και κάποια live στη Vila Amalias, θυμάμαι συγκεκριμένα ένα με τους Birthward), στους Order Of The Ebon Hand που έπαιζαν black metal, γενικά ήταν μια πολύ ελεύθερη και αρκετά α-πολιτική εποχή νομίζω. Ε, ήρθε ο Σπύρος να με ακούσει σε ένα live, και έτσι έγινε – το 1998 αν δε κάνω λάθος. Αναμνήσεις, τι να πω, ήμουν 22 ετών και έκανα περιοδεία στην Ευρώπη με ένα ήδη πετυχημένο σχήμα. Ηχογραφήσαμε και δυο δίσκους στη Σουηδία, έμαθα πως θα μπορούσε να είναι η ζωή ενός επαγγελματία μουσικού. Αλλά εργαζόμουν ήδη ως κριτικός και τελικά επέλεξα τη δουλειά που «πλήρωσε» καλύτερα. Κάναμε ένα μικρό reunion με το παλιό line-up, δυο χρόνια πριν, για εκείνη την εμφάνιση στο Fuzz πριν από δυο-τρία χρόνια. Ήταν πάρα πολύ συγκινητικό, από τις πιο όμορφες στιγμές της ζωής μου.

Το Υπόγειο: Σου λείπει η φάση; Σκέφτηκες ποτέ να επιστρέψεις – όχι απαραίτητα στην ίδια μπάντα, αλλά σε κάποια άλλη;
Κοίτα, δεν ακούω, ούτε άκουγα ποτέ μόνο metal. Είναι ξεκάθαρο νομίζω στις μουσικές λίστες που στήνω κάθε χρόνο αλλά και στα dj sets μου (όπου δεν παίζω metal ποτέ). Και επίσης ούτε ζούμε πια σε α-πολιτική εποχή, ούτε αισθάνομαι εγώ έτσι πια. Η ακραία μουσική μου αρέσει πολύ, πάρα πολύ. Ο κόσμος της, δε ξέρω, θέλει προσοχή. Και δεν είμαι πολιτικορθάκιας, δεν κυνηγάω φαντάσματα. Αλλά, τι να λέμε τώρα, θέλει προσοχή. Συνθέτω πολλή μουσική και τώρα, διόλου «ακραία» μάλιστα, αλλά δεν ξέρω αν θα μπορούσα να βρω νέους (μεταφορικά και κυριολεκτικά) μουσικούς τώρα που θα ήθελαν να παίξουν αυτά που γράφω. Προτιμώ να ηχογραφώ μόνος μου και να τα μοιράζομαι με λίγους, ελάχιστους ανθρώπους που νιώθω κοντά μου.

Το Υπόγειο: Πότε συνειδητοποίησες πως γουστάρεις το επάγγελμα του κριτικού κινηματογράφου και πότε ξεκίνησες να δουλεύεις στο συγκεκριμένο χώρο; 
Από τα 18 μου ξεκίνησα μια εκπομπή στο Δημοτικό Ραδιόφωνο του Πειραιά (Καναλι 1) την οποία και διατηρώ ακόμα. Το 1997 μια μεγάλη σύμπτωση με έφερε στα γραφεία του περιοδικού Exodos και ξεκίνησα από ‘ κει, ίσως ο νεότερος τότε σε αυτή τη δουλειά. Η πρώτη ταινία που είδα θυμάμαι ως γραφιάς, ήταν η «Χαμένη Λεωφόρος» του Ντέιβιντ Λιντς. Από μικρός στα δύσκολα.

Το Υπόγειο: Πολλά έχουν ακουστεί (και ενίοτε ειπωθεί) για “κυκλώματα” στους κύκλους των κριτικών… Η γνώμη σου και η εμπειρία σου;
Ο κριτικός κινηματογράφου κάνει κάτι πολύ απλό: Μεταφέρει την εμπειρία της θέασης ενός φιλμ στο χαρτί. Ο ρόλος μας δηλαδή δεν πιστεύω πως είναι να λέμε στους ανθρώπους να δουν ή να μη δουν μια ταινία. Το έχω πει πολλές φορές: Αν ήταν στο χέρι μου θα έκανα δυο πράγματα. Πρώτον, θα καταργούσα τα αστεράκια και δεύτερον, οι κριτικές θα έβγαιναν, όχι την Πέμπτη αλλά τη Δευτέρα. Να επιλέγει ο κόσμος τι θέλει, βάσει ενστίκτου ή προτιμήσεως, και μετά να διαβάζει τον κριτικό, να ανταλλάξουν βλέμματα, απόψεις, να υπάρχει μια εκπαίδευση και μια επικοινωνία. Εκεί δε χωρούν κυκλώματα, τουλάχιστον στο κεφάλι μου. Το παιχνίδι των διαφημιστών παίζουμε τώρα. Βέβαια μου διαφεύγει πως κάποιοι σίγουρα βλέπουν τον εαυτό τους πρώτα σαν δημοσιογράφο (ή καλύτερα σαν υπάλληλο) και μετά σαν κριτικό. Αυτοί είναι επικίνδυνοι και για το σινεμά, και για τους ανθρώπους γύρω τους, είναι σαν μια μεγάλη μαύρη τρύπα που ρουφάει και καταστρέφει τα πάντα.

Το Υπόγειο: Ποιες συνεντεύξεις και συναντήσεις σου θεωρείς σαν τις πιο σημαντικές;
Σίγουρα η στιγμή που συνάντησα τον Κλιντ Ίστγουντ, έναν ευγενέστατο, ιδιοφυή, εξαιρετικά καλλιεργημένο άνθρωπο, με τον οποίο έκανα μια από τις πιο όμορφες κουβέντες της ζωής μου. Τα ίδια ακριβώς ισχύουν για τον Γούντι Άλεν και τον Μάικλ Κέιν. Ο Κρίστοφερ Νόλαν είναι αρρωστημένος σινεφίλ και μόλις αντιληφθεί πως ξέρεις καλό σινεμά κι εσύ μπορεί να μιλά για τα πάντα εκτός από τις ταινίες του! Οι αδελφοί Κοέν έχουν πλάκα, είναι εντελώς διαφορετικοί ως ιδιοσυγκρασία, αλλά μαζί συνθέτουν ένα τέλειο πλάσμα. Επίσης δεν μπορώ να ξεχάσω το άγχος που είχα όταν συνάντησα τον Ντάριο Αρτζέντο, τον άνθρωπο εξαιτίας του οποίου σπούδασα σινεμά in the first place. Έτρεμα ολόκληρος. Στο τέλος, μιλούσαμε για δυο ώρες.

Το Υπόγειο: Έχω μια θεωρία -αποτέλεσμα χρόνων :)- για την κριτική στο σινεμά, συγκεκριμένα στις ταινίες τρόμου, στα θρίλερ, και στις κωμωδίες. Θέλω την άποψή σου… Όταν μια ταινία των συγκεκριμένων ειδών είναι 30ετίας και πιο κάτω, οι κριτικοί βάζουν 4/5 αστέρια το λιγότερο, αβλεπί. Όταν είναι σύγχρονη την θάβουν ή στην καλύτερη της βάζουν 3/5 (με κάποιες εξαιρέσεις βεβαίως-βεβαίως)… Γενικώς, δεν εκτιμάται πολύ η συγχρονη κωμωδία και ο σύγχρονος τρόμος έχω την αίσθηση, ενώ αντιθέτως θεοποιείται καθετί παλιό…
Δεν ισχύει αυτό που λες νομίζω. Σε πολλές παλιές ταινίες ο κριτικός λόγος σήμερα είναι σκεπτικός. Από την άλλη, η σύγχρονη κωμωδία και ο σύγχρονος τρόμος είναι πολύ συχνά για τα σκουπίδια. Δες όμως τι έγινε με τη «Διαδοχή»! Αυτό ήταν ένα μικρό αριστούργημα, εγώ προσωπικά ξετρελάθηκα.

Το Υπόγειο: Πώς το internet έχει επηρεάσει το επάγγελμα του κριτικού κινηματογράφου;
Έχει καταργήσει την προϋπόθεση της κινηματογραφικής παιδείας, θα έλεγε κανείς. Αλλά τελικά δεν ισχύει. Διαβάζω υπέροχα κινηματογραφικά κείμενα στο cinemagazine (έγκλημα η απουσία του «ΣΙΝΕΜΑ» από τα περίπτερα) ή στο ign για παράδειγμα, και ενίοτε φρικτά κείμενα στον τύπο. Το πρόβλημα στον τελευταίο φυσικά είναι οι διοικούντες. Άνθρωποι συχνά αγράμματοι, άβουλοι υπάλληλοι των αφεντικών τους κι αυτοί, χωρίς άποψη και όραμα. Πώς να μην είναι «ισάξιοι» και οι υπάλληλοι τους; Υπάρχουν σήμερα διευθυντές σαν την Ελένη Βλάχου; Αυτό σκέψου μόνο.

Το Υπόγειο: Θα θέλαμε 5 ταινίες που λατρεύεις (και ενδεχομένως έχεις βαθμολογήσει υψηλά) και 5 που απεχθάνεσαι και τις θεωρείς υπερτιμημένες (και ενδεχομένως τις έχεις θάψει).
Ω, είναι τόσο σχετικά αυτά, τι κι αν εγώ λατρεύω ή μισώ κάποιες ταινίες; Δεν έχει καμία βαρύτητα. Θα πω εφτά που λατρεύω, οκ; «Το τρένο της μεγάλης φυγής» (Αντρεϊ Κοντσαλόφσκι, 1985), «Οι εντιμότατοι φίλοι μου» (Μάριο Μονιτσέλι, 1974), «Το πνεύμα του μελισσιού» (Βικτόρ Ερίθε, 1973), «Yuppi Du» (Αντριάνο Τσελεντάνο, 1975), «Σκυλιά στη χλόη» (Τζον Ντούιγκαν, 1997), «Thief» (Μάικλ Μαν, 1981), «Ο άνθρωπος του τρένου» (Πατρίς Λεκόντ, 2002).

Υπάρχει ταινία που βαθμολόγησες αρνητικά και μετά το μετάνιωσες;
Πιθανότατα αλλά ο εγκέφαλος μου την έχει απωθήσει τώρα που σου απαντώ αυτές τις ερωτήσεις. Και προσπαθώ πολύ να σκεφτώ μία, και σίγουρα υπάρχουν πολλές. Κάτι με εμποδίζει όμως.

Το Υπόγειο: Κεφάλαιο Midinight Express: Καταρχάς να σε συγχαρούμε για τούτη την φοβερή γεμάτη μεράκι προσπάθεια! Πώς προέκυψε σε πρώτη φάση η σύλληψη του όλου εγχειρήματος;
Ήμουν σε μια παράξενη προσωπική φάση και είχα ανάγκη να νιώσω καλά με τον εαυτό μου. Τουλάχιστον αυτό ήταν το αρχικό κίνητρο. Θυμόμουν με μεγάλη νοσταλγία και αγάπη τις μεταμεσονύχτιες προβολές που βίωσα πιτσιρικάς και πίστευα βαθιά πως κάτι τέτοιο θα μπορούσε να λειτουργήσει και σήμερα. Επίσης ήθελα πολύ να δω σε μεγάλη οθόνη κάποιες ταινίες που αγαπούσα για χρόνια αλλά ποτέ δεν είχα την ευκαιρία να τις δω οπουδήποτε αλλού εκτός από το σπίτι μου.

Το Υπόγειο: Τι δυσκολίες αντιμετώπισες ως τώρα;
Στην αρχή δεν έβρισκα αίθουσα. Μέχρι να με βγάλει ο δρόμος στην Ααβόρα έτρωγα μόνο πόρτα. Μετά είναι και το ζήτημα της οικονομικής διαχείρισης. Εγώ δεν είμαι επιχειρηματίας, κινηματογραφόφιλος είμαι. Δεν είναι ο βιοπορισμός μου αυτή η ιστορία, είναι η κάβλα μου. Ήθελα να μπορεί να συντηρηθεί αλλά να μη μπαίνω και μέσα. Γιατί, φυσικά, πληρώνω δικαιώματα για κάθε ταινία που παίζουμε.

Το Υπόγειο: Το κοινό έχει αγκαλιάσει τις μεταμεσονύκτιες προβολές του Midinight Express και αυτό οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά σε σένα. Ποιο είναι το “μυστικό” αυτής της επιτυχίας;
Τι να σου πω, δεν περίμενα να πάει τόσο καλά. Φέτος μάλιστα πάει καλύτερα από ποτέ, δε ξέρω τι να πω. Και δεν είμαι σίγουρος αν οφείλεται σε μένα. Νομίζω πως απλά συμπλήρωσα ένα κενό. Η επιτυχία του Midnight Express οφείλεται στον κόσμο που έρχεται, και στην Πέγκυ Ρίγγα που το επέτρεψε να συμβεί. Χωρίς αυτούς, θα είχα κάνει μια τρύπα στο νερό. Οπότε το «αποκλειστικά» που λες, μάλλον ακυρώνεται. Ούτε ξέρω πόσο θα κρατήσει όλο αυτό. Μακάρι να κρατήσει, έχω ακόμη πολλές ταινίες μέσα στο κεφάλι μου που πρέπει να παιχτούν σε μεγάλη οθόνη, και ξέρω πως πολύς κόσμος εκεί έξω θέλει να τις δει.

Το Υπόγειο: Με ποιο κριτήριο επιλέγεται η εκάστοτε ταινία προς προβολή;
Όπως είπα πριν, πόσο θέλω να τη δω. Υπάρχει σίγουρα το κομμάτι της νοσταλγίας (βλέπε 80s), σίγουρα υπάρχουν κάποιες ταινίες δύσκολες και δυσεύρετες που είναι άδικο να ξεχνιούνται (το “Husbands” του Κασσαβέτη, γνώμη μου πάντα, ε), σίγουρα υπάρχουν και σκοτεινά διαμάντια σαν το Tetsuo που, πριν το Midnight Express, δεν είχε παιχτεί ποτέ σε αίθουσα στην Ελλάδα, οπότε τι να σου πω, δεν υπάρχει ένα στάνταρ κριτήριο, είναι κάτι που εξελίσσεται όσο περνάει ο καιρός, ένα διαρκές work – in – progress πράγμα.

Το Υπόγειο: Πρόσφατα, ανακοινώθηκε και η συνεργασία του project με την PCAI. Πώς προέκυψε η χορηγία και τι σημαίνει για το Midnight Express;
Σκέφτηκα πως πολλές ταινίες του Φανταστικού έχουν έναν βαθύτατο οικολογικό προβληματισμό: Ο πρώτος «Γκοτζίλα», τα «Πουλιά» του Χίτσκοκ, ένα καταπληκτικό αυστραλέζικο cult-movie, το «Long Weekend» του 1978, η «Άβυσσος» του Τζέιμς Κάμερον, τέλος πάντων, ένας ωκεανός ταινιών. Έκανα την πρόταση στο PCAI και «κλείσαμε» μια συνεργασία φέτος που λειτουργεί εξαίσια.

Το Υπόγειο: Γενάρη μεταξύ άλλων έχουμε και Ghostbusters με Φοίβο Δεληβοριά στην παρουσίαση, αφιέρωμα στη μνήμη του Τζιμάκου… Τι μας περιμένει τη βραδιά του Τζίμη; Και τι άλλες εκπλήξεις ετοιμάζεις;
Είχα ξεκινήσει με μια συγκεκριμένη λίστα καλεσμένων αλλά τελικά αυτό είναι δύσκολο. Ας πούμε, πρέπει να μιλήσει η Πάολα από την οποία ο Τζίμης εμπνεύστηκε το «Ένα τραγούδι για το χειμώνα». Εγώ δεν είχα επαφή, και μου είχε διαφύγει, αλλά το σκέφτηκε ο φίλος μου ο Αντώνης και τελικά θα είναι εκεί. Μίλησα με την Αθηνά Αϊδίνη, τη χήρα του Τζίμη, και της ζήτησα να μου κάνει όποια υπόδειξη ήθελε. Ήταν μια πολύ όμορφη επικοινωνία και η «ευχή» της, ας το πούμε έτσι, ήταν το πιο μεγάλο εφόδιο για όλη αυτή την προσπάθεια. Επίσης έχω συλλέξει ένα καλό, μικρό σε διάρκεια υλικό που θα προβληθεί πριν την ταινία – και σημείωσε πως ο «Δράκουλας τον Εξαρχείων» θα παιχτεί από φιλμ 35 χιλιοστών, όχι από κανένα dvd της πλάκας. Τώρα μιας και με ρώτησες και τια για άλλες «εκπλήξεις», γενικά σε κάθε προβολή θέλω να έχω έναν καλεσμένο που θα κάνει τη διαφορά. Ο Φοίβος με ρώτησε εξ’ αρχής αν είχα στο νου μου να προγραμματίσω κάτι «παιδικό» ας πούμε, από τα 80s. Το “Ghostbusters” ήταν ήδη μια από τις ταινίες που είχα μέσα στα σχέδια μου, οπότε «κόλλησε» αμέσως. Είναι ένας άνθρωπος που εκτιμώ βαθειά, έχουμε πει ελάχιστα πράγματα μεταξύ μας, αλλά υπάρχει μια καλή χημεία. Έκανα επίσης ένα παράδοξο κάστινγκ. Ζήτησα από συγκεκριμένους ανθρώπους να προλογίσουν ταινίες που δεν είχαν δει επειδή πίστευα πως θα ταίριαζαν στον χαρακτήρα τους. Είχαν μήνες να τις δουν. Η μία είναι η Λίνα Ρόκου που της ζήτησα να προλογίσει το Swimmer, το είδε, και όντως ξετρελάθηκε. Περιμένω τον Κώστα Κωστάκο να δει το “Husbands” τώρα. Αλλά το αφιέρωμα στη μνήμη του Τζίμη δε θα έπρεπε να είναι έκπληξη, το λέει εκεί στο ημερολόγιο: 13 Ιανουαρίου. Είναι ένας γαμημένος χρόνος χωρίς τον Τζίμη Πανούση, δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο. Έπρεπε να κάνω κάτι, δεν γίνονται βάσει σχεδίου αυτά, είναι πολύ αυθόρμητες κινήσεις, αλήθεια. Οπότε δε ξέρω να σου πω τι άλλο ετοιμάζω. Δεν υπάρχει πλάνο. Λειτουργώ εντελώς αυθόρμητα, σα να ζωγραφίζω ή να συνθέτω ένα κομμάτι επιτόπου. Αν με ρωτήσεις ποιο είναι το ακριβές πρόγραμμα του Φεβρουαρίου, ας πούμε, δε ξέρω να σου πω ακόμα.

Το Υπόγειο: Διαβάσαμε στο group (δεν ήμασταν εκεί) και για ένα συμβάν με έναν παρευρισκόμενο θεατή στην “Ψυχή Στο Στόμα” που έκανε παρατήρηση για “Ησυχία”. Ποια κατά τη γνώμη σου είναι η συμπεριφορά του “σωστού” σινεφίλ κατά τη διάρκεια μιας προβολής.
Δεν θα ήθελα να επεκταθώ στο συμβάν, ήταν απλά μια πολύ άσχημη στιγμή – ευτυχώς η μόνη στη μικρή ιστορία του Midnight Express μέχρι τώρα. Σωστός σινεφίλ είναι αυτός που επιτρέπει στην ταινία να του κάνει ό,τι εκείνη θέλει, και αυτός της απαντά όπως θέλει – και κανείς δεν έχει δικαίωμα να του κουνήσει το δάχτυλο. Όποιος ενοχλείται απ’ αυτό, πολύ απλά, δεν αγαπάει ούτε το σινεμά, ούτε τους ανθρώπους γενικότερα. Το πρόβλημα αρχίζει όταν κάποιος, ας πούμε, βρίσκει την ταινία κακή και μαλάκες αυτούς που την απολαμβάνουν. Μου έτυχε με έναν απαράδεκτο τύπο ενώ έβλεπα τη «Διαδοχή» και παραλίγο να παίξουμε ξύλο. Όσο για προβλήματα τύπου, μιλάω στο κινητό μου ή δεν ασχολούμαι με την ταινία, ε, τέτοιους στο Midnight Express δεν έχουμε. Όλοι μπαίνουν μέσα απολύτως αφοσιωμένοι και με μεγάλη αγάπη για την ταινία που βλέπουν. Στ’ αλήθεια πιστεύω πως οι καλύτερες προβολές στην Αθήνα γίνονται εκεί.

Το Υπόγειο: Ποια η άποψή σου για “ανταγωνιστές” που δεν πληρώνουν δικαιώματα;
Ο καθένας κάνει ό,τι του επιτρέπει να κοιτάζει τον εαυτό του στον καθρέφτη, κάθε πρωί, χωρίς να τον φτύνει. Αυτό έχει να κάνει με τα όρια της αξιοπρέπειας του. Δυστυχώς, για κάθε άνθρωπο, αυτά τα όρια είναι διαφορετικά. Από κει και πέρα, να βγάλουμε απ’ έξω τις καταλήψεις, ή τους φοιτητικούς χώρους – εκεί ας γίνεται της μουρλής, δε με πειράζει, πηγαίνω και ο ίδιος κιόλας. Όταν βγάζεις λεφτά απ’ αυτό όμως για να συντηρείς τη πάρτη σου, οκ, είσαι λίγο ξεφτίλας.

Το Υπόγειο: Γενικά, ποια η άποψή σου για τα downloading, τα online sites κλπ.;
Το σινεμά αφορά τη συλλογική εμπειρία και όποιος θέλει να τη ζήσει πηγαίνει σινεμά. Τώρα δε θα σου πω και μαλακίες, αν δεν υπήρχε το downloading πως θα έβλεπα εγώ φιλμογραφία Φελίνι που για να τη δεις σε blu-ray πρέπει να πληρώσεις δυο νοίκια;

Το Υπόγειο: Και είναι και το netflix… Θεωρείς πως είναι ικανό να αλλάξει τον τρόπο που κινείται η αγορά του κινηματογράφου; Έχουμε και το παράδειγμα του “ROMA”.
Το Roma πήγε καλά στα ταμεία, και αυτό είναι ένα ενδιαφέρον δείγμα. Εγώ μπορεί να έχω πρόβλημα με το μέσο, από την άλλη όμως βλέπεις πως ο Κουαρόν, ο Μάικ Λι, οι αδελφοί Κόεν, ο Σκορσέζε τώρα, γυρίζουν τις ταινίες τους με λεφτά συνδρομητικών καναλιών. Αφού εκεί τα βρίσκουν, και έχουν μάλιστα και μια σχετική ελευθερία, καλά κάνουν.

Το Υπόγειο: Βλέπεις σειρές; (Αν ναι) ποιες έχεις ξεχωρίσει;
Έχω αγάπη για παλιές σειρές, αυτές με τα αυτοτελή επεισόδια. Και για sitcoms, γιατί διώχνουν τη μεσημεριανή μαυρίλα. Αλλά από το καλοκαίρι που μας πέρασε έγινε ένα «κλικ» μέσα μου. Ε, και μετά είδα κάποιες. Βλέπω δηλαδή τώρα πια. Ελεγχόμενα. Με το «The Haunting of Hill House» έκλαιγα με λυγμούς. Δεν θα ήθελα όμως να μεταφέρω κάποια γνώμη γενικά, δεν έχω δει πολλές που θεωρούνται κλασσικές. Και, όπως και να χει, το σινεμά με ενδιαφέρει περισσότερο. Εκτιμώ την οικονομία του: αν έχεις κάτι να πεις, μπορείς να το πεις και σε ενενήντα λεπτά, όχι σε τρεις σεζόν.

Το Υπόγειο: Πώς μπορείς να συνδυάζεις το γράψιμο, το ραδιόφωνο, το Μidnight Express, την εργασία σου ως καθηγητής κινηματογράφου και το DJιλίκι; Εννοώ από άποψη χρόνου.
Δεν ξέρω. Δεν ξέρω τι έχω καταφέρει απ’ αυτό. Ξέρω πως δε μου αρέσει να κάθομαι, πως μισώ τη ρουτίνα και την επανάπαυση. Και επίσης ξέρω πως κάποια στιγμή θα θέλω να κάνω κάτι διαφορετικό, απλά δεν το έχω βρει ακόμα. Θα ήθελα να μπορώ να κοιμάμαι λιγότερο κάνοντας διαρκώς καινούργια πράγματα και να προστατεύω ταυτόχρονα την ψυχική μου υγεία αλλά από τότε που καβάλησα τα σαράντα δεν είναι και τόσο εφικτό. Τουλάχιστον έβαλα ένα σχετικό φρένο στις καταχρήσεις παντός τύπου με όλο αυτό το τρέξιμο – και τη συγκέντρωση που απαιτεί – οπότε πάλι καλά.

Το Υπόγειο: Τι επίδραση είχε στην προσωπικότητά σου η πατρότητα:
Η πατρότητα, για να λειτουργήσει ομαλά προϋποθέτει μια απλή αποδοχή: Σταματάς να ζεις την περιπέτεια σου και ξεκινάς να ζεις την περιπέτεια ενός άλλου. Κάποιοι το δέχονται αυτό με μεγάλη ανακούφιση, σε άλλους δημιουργεί μια μεγάλη εσωτερική αναταραχή η οποία νομίζω πως δεν έχει τέλος. Ανήκω στη δεύτερη κατηγορία, την ίδια στιγμή που ξέρω πως, όχι μόνο δεν πρόκειται να αγαπήσω άνθρωπο περισσότερο από την κόρη μου αλλά ούτε ήξερα πως μπορούσα να αγαπήσω κάποιον τόσο πολύ πριν απ’ αυτή. Θα ήθελα να πω πως η καλή σχέση που έχω μαζί της είναι μια μεγάλη παρηγοριά αλλά είναι νωρίς ακόμα, είναι μόλις 10.

Το Υπόγειο: Τελικά είσαι στα αλήθεια ξάδερφος με τον Αλεξ Καπράνος των Franz Ferdinand; 
Ο Άλεξ είναι γιος του αδελφού του πατέρα μου – έχουμε πολλούς συγγενείς σε Αγγλία και Σκωτία. Οπότε μάλλον απάντησα στην ερώτηση σου. Το ανέφερε κάποτε και ο ίδιος, κάποιος τον ρώτησε για metal σε μια συνέντευξη και είπε στο δημοσιογράφο «που να ακούσεις τις δικασιές που παίζει ο ξάδερφος μου», το θυμάμαι και γελάω. Πρέπει να υπάρχει κάπου στο διαδίκτυο αυτό.

Το Υπόγειο: Και πάμε στα διλήμματα: Κινηματογράφος ή μουσική;
Μουσική. Το σινεμά ζει στις αναμνήσεις μας, τη μουσική θέλεις να την ακούς κιόλας. Βασικά με έβαλα σε ένα έρημο νησί για να σου απαντήσω.

Το Υπόγειο: Και ένα πιο εύκολο, είναι win/win: Απόντες ή Βασιλιάς;
Απόντες για πάντα.

* Το Midnight Express στο facebook εδώ.

Απάντηση

Αρέσει σε %d bloggers: