Τι θα ήθελε να ξεχάσει και τι όχι, ένας πυροσβέστης, απ’ όσα έζησε
Συγκλονιστική κατάθεση από τη βιωματική πικρή εμπειρία ενός ανθρώπου που έπεσε μέσα στις φλόγες με αυταπάρνηση
Τ/Π |> Ένα κείμενο «αγνώστου πατρός» κυκλοφορεί τις τελευταίες ημέρες στο διαδίκτυο, το οποίο παρουσιάζεται ως «Το συγκλονιστικό ποίημα του πυροσβέστη που μεταφέρθηκε στο Σισμανόγλειο με αναπνευστικά προβλήματα».
Είτε ανήκει σε συγκεκριμένο πυροσβέστη, είτε σε άλλον άνθρωπο που συμμετείχε σε δράση κατάσβεσης, τα όσα αναφέρονται δείχνουν ότι δεν πρόκειται για μυθιστορηματική αναφορά.
Το κείμενο αναφέρει:
«Θα ήθελα να ξεχάσω,
τα 3-4 πρόβατα που δεν προλάβαμε να βγάλουμε από το μαντρί και τα ακούγαμε να σκούζουν καθώς μας πλησίαζε η φωτιά, και εκείνο το σκυλάκι που παρέμεινε σιωπηλό και δεμένο μέχρι τη στιγμή που πανικόβλητο κατάλαβε ότι δεν υπάρχει σωτηρία.. τα αφεντικά του λείπαν διακοπές και κανείς δεν μας ειδοποίησε για αυτό…
Θα ήθελα να ξεχάσω,
τα πουλιά που δεν προλάβανε να φύγουν από τα πεύκα καθώς γινόντουσαν παρανάλωμα του πυρός και τα είδα στον αέρα να φτερουγίζουν για λίγο και ύστερα να πέφτουν σαν φθινοπωρινά φύλλα…
Θα ήθελα να ξεχάσω,
τα τρομαγμένα πρόσωπα των συναδέλφων μου όταν είδαμε τις 50μετρες φλόγες να μας ζώνουν από παντού.
Θα ήθελα να ξεχάσω,
τις αγωνιώδεις εκκλήσεις των ιδιοκτητών όλων των σπιτιών τριγύρω μας όταν άρχισαν να γλύφουν τα σπίτια τους οι φλόγες.
Θα ήθελα να ξεχάσω,
όλους αυτούς που ήρθαν με τζιπάκια κάνοντας χειρόφρενα και πατώντας γκάζι μόνο και μόνο για να απολαύσουν το θέαμα, χωρίς να μας βοηθάνε όταν τα ρουθούνια μας τρέχαν κατράμι και μασούσαμε στάχτη.
Θα ήθελα να τους ξεχάσω,
όταν προσπαθούσαμε να φύγουμε κόβωντας μάνικες και δεν μπορούσαμε επειδή είχαν δημιουργήσει κυκλοφοριακό κομφούζιο μπροστά μας.
Θα ήθελα επίσης να ξεχάσω,
όλους αυτούς που πίναν καφέ και μας ειρωνεύονταν την ώρα που δίναμε και ίσα που κρατούσαμε την ψυχή μας
Θα ήθελα να ξεχάσω,
αυτούς που τραβούσαν πανικόβλητοι τις εγκαταστάσεις μας και μας άφηναν εκτεθειμένους στις φλόγες
Θα ήθελα να ξεχάσω,
τις πανικόβλητες φωνές συναδέλφων στον ασύρματο όταν τους κύκλωνε η φωτιά
Θα ήθελα να ξεχάσω,
αυτή τη λαίλαπα που δεν υπήρχε τρόπο να φρενάρεις και λαίμαργα κατάπιε τις όμορφες περιοχές που κάποτε χαρήκαμε ώς παιδιά και τα παιδιά μας δεν θα ξέρουν ότι υπήρχαν.
Μα δεν θα ξεχάσω,
εκείνους τους χειριστές των ελικοπτέρων που τελευταία στιγμή μας δημιούργησαν δίοδο διαφυγής μέσα από τους θεόρατους τοίχους φωτιάς που μας περιτριγύρισαν Μα δεν θα ξεχάσω τους συνάδελφους από Αταλάντη που ήρθαν να μας βοηθήσουν σε μια ξένη για αυτούς περιοχή.
Μα δεν θα ξεχάσω,
όλες τις κυβερνήσεις έως τώρα που επιτρέπουν σε οικοπεδοφάγους να χτίζουν, που αντιμετωπίζουν με αναλγησία τους εμπρησμούς και κοροϊδεύουν τους Εθελοντές.
Μα δεν θα ξεχάσω,
το κράτος που ούτε γάντια δεν μας έδωσε, πόσο μάλλον ένα ευχαριστώ, για να μην θίξει την επιτηδευμένη ανικανότητα του μπροστά στα συμφέροντα.
Μα δεν θα ξεχάσω,
ότι καταφέραμε 4 παιδιά με 1 όχημα να σταματήσουμε ένα μέτωπο 500 μέτρων, να σώσουμε 5 σπίτια και μερικά πρόβατα.. Θα βοηθήσει να μπορέσω να κοιμηθώ όταν θα γυρίζουν οι εικόνες φρίκης στο μυαλό μου.
Μα δεν θα ξεχάσω,
την όμορφη τραυματιοφορέα που μου συμπαραστάθηκε όταν δεν είχα αναπνοή, τους έμπειρους γιατρούς που πέσαν πάνω μου και μου ξαναδώσαν μέλλον, καθώς και το νοσηλευτικό προσωπικό που ξεχείλιζε από ανθρωπιά και καλοσύνη.
Σας ευχαριστώ.
Και δεν θα ξεχάσω,
να λέγομαι ακόμα άνθρωπος και να χρωστάω στη φύση ένα μεγάλο συγνώμη για όλες τις καταστροφές που της έχει προξενήσει το είδος μου.
Η απορία μου είναι οι βίλες που θα χτίσετε θα έχουν νόημα εάν δεν υπάρχει πια πράσινο γύρω σας; Όταν ο αέρας θα μυρίζει στάχτη και θα σου καίει τους πνεύμονες; πώς διάολο θα αναπνέετε εσείς κει πάνω και εμείς εδώ κάτω; πώς περιμένω απο ένα κράτος με στημένες εκλογές και προκάτ κόμματα να δημιουργήσει ένα καλύτερο μέλλον απο τις στάχτες που έχουν γεμίσει τα πνευμόνια μου… Λίγη στάχτη στα μαλλιά…
Δολοφόνοι…»