Τύπος Πειραιώς - Ενημέρωση

Τρία σενάρια και πολλές διχογνωμίες, τα κύρια “συστατικά” των γερμανικών εκλογών…

Χωρίς κατηγορία στις 24/09/2017

Σήμερα ψηφίζουν οι Γερμανοί

|> Στέλιος Κοπανίδης

|> Ομοσπονδιακές εκλογές σήμερα στη Γερμανία και από το πρωί οι ψηφοφόροι προσέρχονται στις κάλπες προκειμένου να αναδείξουν τη νέα καγκελάριο, που δεν θα είναι άλλη από τη νυν, Άνγκελα Μέρκελ, η οποία θα βρεθεί στο ύπατο αυτό αξίωμα για τέταρτη συνεχή τετραετία.

Ως εκ τούτου, το ενδιαφέρον εστιάζεται για την επόμενη ημέρα στη Γερμανία και τα κόμματα που θα συνεργαστούν με τους Χριστιανοδημοκράτες του CDU και τους Χριστιανοκοινωνιστές της Βαυαρίας (CSU) για τον σχηματισμό κυβέρνησης, δεδομένου ότι το κόμμα του οποίου ηγείται η κα Μέρκελ δεν διαθέτει την απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή, καθώς το ποσοστό που θα εξασφαλίσει από τη σημερινή αναμέτρηση αναμένεται να κυμανθεί στο 35 με 36%.

Στη δεύτερη θέση θα βρεθούν οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD), οι οποίοι λίγο πριν από το «φίνις» απώλεσαν τη δυναμική που εμφάνιζαν λίγους μήνες μετά την ανάληψη της ηγεσίας τους από τον Μάρτιν Σουλτς, καταγράφοντας απογοητευτική πορεία.

Σημαντική παράμετρος για το μέλλον τους καθίσταται το τελικό ποσοστό που θα αποσπάσουν, με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις να τους δίνουν 22 με 24%. Το SPD, το οποίο είχε δημιουργήσει ελπίδες ότι μπορεί να ανατρέψει το υπάρχον πολιτικό σκηνικό στη Γερμανία, έπεσε στην παγίδα της όξυνσης των σχέσεων Βερολίνου – Αγκυρας, μια όξυνση (τεχνητή ή όχι δεν έχει καμία σημασία) που εκμεταλλεύθηκε δεόντως η Ανγκελα Μέρκελ, η οποία κατάφερε να συσπειρώσει το δεξιόστροφο και αντιισλαμικό ακροατήριο πέριξ αυτής και του κόμματός του. Μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι και στην Ολλανδία ακριβώς το ίδιο σκηνικό είχε συντελεσθεί με τις σχέσεις Αγκυρας – Χάγης να βρίσκονται στο «κόκκινο» παραμονές εκλογών. Από την όξυνση εκείνη είχε εξέλθει ωφελημένος ο πρωθυπουργός Μαρκ Ρούτε, το κόμμα του οποίου είναι «αδελφό» με αυτό της Άνγκελα Μέρκελ…

Τρία είναι τα σενάρια για την επόμενη ημέρα στη Γερμανία.

Το πρώτο και πλέον δημοφιλές είναι να εξακολουθήσει να υφίσταται ο μεγάλος συνασπισμός Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών. Ωστόσο το σενάριο αυτό, όσο δημοφιλές κι αν είναι, συγκεντρώνει αμυδρές πιθανότητες να λάβει «σάρκα και οστά». Και αυτό γιατί, σε μια τέτοια περίπτωση, οι Σοσιαλδημοκράτες, μέσα στην επόμενη τετραετία, θα καταβαραθρωθούν από την εκ νέου συνύπαρξή τους με το… αντίπαλο δέος. Και βεβαίως ένας τέτοιος μετεκλογικός σχηματισμός αποκλείει τη συμμετοχή του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στην κυβέρνηση, τουλάχιστον στη θέση του υπουργού Οικονομικών, καθώς οι σχέσεις του με τον νυν κυβερνητικό εταίρο βρίσκονται στο χειρότερο τους σημείο. Αδηλο, επίσης, προδιαγράφεται και το πολιτικό μέλλον του Μάρτιν Σουλτς, ο οποίος ενδέχεται να αποχωρήσει από την ηγεσία των Σοσιαλδημοκρατών.

Το δεύτερο σενάριο είναι να υπάρξει συνεργασία Χριστιανοδημοκρατών και Φιλελευθέρων, οι οποίοι αναμένεται να κυμανθούν στο 8,5 με 9%. Αυτό το σχήμα είχε συνεργαστεί και την περίοδο 2009-2013, στη δεύτερη θητεία της Άνγκελα Μέρκελ στην καγκελαρία. Ωστόσο, η συνεργασία αυτή ενδέχεται να μη διαθέτει την απαραίτητη κοινοβουλευτική πλειοψηφία.

Σε μια τέτοια περίπτωση προκρίνεται το τρίτο σενάριο, που θέλει σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας Χριστιανοδημοκρατών – Φιλελευθέρων και Πράσινων! Και σ’ αυτό το σχήμα η συμμετοχή του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στην κυβέρνηση θεωρείται «απαγορευτική», αν και στην Πολιτική, όπως χαράσσεται σήμερα, ένα είναι βέβαιο: ποτέ μη λες ποτέ… Τα τελευταία χρόνια πόσες εξαγγελίες και διακηρύξεις δεν πετάχθηκαν στον κάλαθο των αχρήστων; Στη χώρα μας, άλλωστε, η πρακτική αυτή ευδοκίμησε τα μέγιστα και τις παρενέργειες αυτού του επαίσχυντου φαινομένου τις βιώνει με τον πλέον οδυνηρό τρόπο ο ελληνικός λαός.

Ενδιαφέρουσα εξέλιξη θα είναι, επίσης, η είσοδος του ακροδεξιού AFD («Εναλλακτική για τη Γερμανία» ο τίτλος του) στη γερμανική Βουλή, για πρώτη φορά. Η ρητορική του εναντίον των προσφύγων εξηγεί την επιτυχία του, σε μια χώρα που αρέσκεται στον ηγεμονισμό της, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Για την Ελλάδα τα αποτελέσματα των ομοσπονδιακών γερμανικών εκλογών και η επόμενη ημέρα με τις διεργασίες που θα ακολουθήσουν για τον σχηματισμό κυβέρνησης φαντάζουν ως κενό γράμμα, δεδομένου ότι η προσέγγιση του Βερολίνου στα οικονομικά της χώρας μας δεν πρόκειται να αλλάξει. Η ελληνική κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη, όπως η ίδια συμφώνησε, να ολοκληρώσει «επιτυχώς» την τρίτη αξιολόγηση.

Εν συνεχεία μπορεί να ελπίζει σε εφαρμογή των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος, όπως αυτά ορίστηκαν στην απόφαση του Eurogroup, τον Μάϊο του 2016. Τουτέστιν, θα εξακολουθήσει να στροβιλίζεται στην άβυσσο τόσο αυτή όσο κυρίως οι πολίτες της…

Απάντηση

Αρέσει σε %d bloggers: