Του τό ΄λεγε: “Πάρε το χαμπάρι, μας ζηλεύουν λόγω της υγρασίας και του κρύου!”
Θα περάσει κι αυτό…
“Τί γίνονται τα παιδιά; Πώς πάνε από εργασία;“. Είναι το ερώτημα που απευθύνεται πλέον όταν συζητούν μεταξύ τους οικογενειάρχες, όσοι έχουν απομείνει, τέλος πάντων, σε αυτό τον τόπο που σιγά-σιγά απαρνείται και τον θεσμό-θεμέλιο της κοινωνίας του.
Η συνήθης απάντηση είναι ότι “τα παιδιά είναι άνεργα“, ότι “τα παιδιά υποαπασχολούνται και πληρώνονται στη χάση και τη φέξη” ή ότι “τα παιδιά είναι καλά, αλλά εργάζονται και ζουν στο εξωτερικό“!
Αιμορραγεί η χώρα και μου θυμίζει όλο και περισσότερο την εποχή των παιδικών μας χρόνων, τότε που και πάλι η Ελλάδα έστελνε χιλιάδες μετανάστες στη Γερμανία, το Βέλγιο, την Ολλανδία, την Αυστραλία και τον Καναδά.
Και στην εποχή της εφηβείας μας, δεν λέω, ζηλεύαμε τους φίλους που γνώριζαν την “Αγγλίδα” ή τη “Σουηδέζα” τους και έφευγαν μαζί της για το Λονδίνο ή τη Στοκχόλμη, για να μας έρθουν αργότερα οδηγώντας αμάξι με δεξί τιμόνι, για διακοπές.
Ύστερα, ήρθε η εποχή που όχι μόνο δεν τους ζηλεύαμε, αλλά κάπου τους λυπόμασταν κιόλας, που είχαν αφήσει την όμορφη, ηλιόλουστη και πλούσια πατρίδα για τη συννεφιά και την “καρμοιριά”, όπως αποκαλούσαμε τη λιτή, σχεδόν στερημένη, ζωή τους, που εργάζονταν σαν τα σκυλιά ένδεκα μήνες για να “πάνε στον ήλιο” τον μήνα των θερινών τους διακοπών.
Έχοντας αδέλφια και φίλους σε όλο τον κόσμο, μπορώ να σας βεβαιώσω ότι ακόμη και σήμερα, που τα λεφτά μας δεν φτάνουν ούτε για τα στοιχειώδη, δεν τους ζηλεύω τους ξένους. Διότι γνωρίζουμε όλοι ότι η Ελλάδα δεν θα χαθείόσοι Κατρούγκαλοι ή Φίληδες ή άλλοι, άλλων παρατάξεων, περίεργοι και αν την κυβερνήσουν. Θα υπάρχουν πάντα οι “Αλκυονίδες ημέρες” μέσα στον Ιανουάριο, θα υπάρχουν πάντα οι αμυγδαλιές που θα ανθίζουν τον Φεβρουάριο, θα υπάρχει πάντα ο Μάρτιος ως, πραγματική και όχι δήθεν, ημερολογιακή έναρξη της Άνοιξης, θα μπορώ να πηγαίνω για ψάρεμα χειμωνιάτικα με μια μικρή βάρκα, θα μπορώ να κολυμπώ χειμώνα-καλοκαίρι σε απόσταση λίγων μέτρων από το σπίτι μου, μέσα στην πόλη!
“Πάρε το χαμπάρι, μας ζηλεύουν!”, μου έλεγε ο φίλος μου ο Μανώλης, που παντρεύτηκε μια Γαλλίδα και πήγε να γίνει επιχειρηματίας στη Γαλλία και την Ελβετία και βρέθηκε τελικά με σοβαρή αρθρίτιδα “λόγω της υγρασίας και του κρύου”.
Εντάξει, δεν λέω, κάναμε κι εμείς (και κάνουνε ακόμη) τις “πατάτες” μας αλλά ότι μας βλέπουν ως “λαθρεπιβάτες” στο ομορφότερο νησί του κόσμου, είναι αλήθεια. Υπομονή, συμπατριώτες. Κι όπως λέει ο Πορτοκάλογλου, “Θα περάσει κι αυτό”…