Τύπος Πειραιώς - Ενημέρωση

Ο Τάκης Χρυσικάκος “χτίζει” τη “Βαβυλωνία” για το ΚΘΒΕ

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ στις 09/10/2020

Τι λέει σε συνέντευξη που έδωσε στην Σμαράγδα Μιχαλιτσιάνου για το intownpost.com

|> Σε μία εποχή που το θέαμα είναι ¨απαγορευμένο” λόγω του κορωνοϊού και η προβολή των ηθοποιών και γενικά των εργατών του Θεάτρου, είναι και αυτή “απαγορευμένη” από τα τηλεοπτικά κανάλια, αλλά και από τα άλλα Μέσα, εμφανίζεται η καλή συνάδελφος Σμαράγδα Μιχαλιτσιάνου, να παίρνει συνέντευξη από τον Τάκη Χρυσικάκο, αυτόν το εξαίσιο ηθοποιό και δημιουργό, που η σεμνότητα και η σοβαρότητά του τον έχουν “κόψει” από την δημοσιότητα. Κοινή γαρ η μοίρα των ανθρώπων που προσφέρουν στο Θέατρο. Αφορμή το κλασικό έργο του Δημήτριου Βυζάντιου “Βαβυλωνία”, που ετοιμάζει να ανεβάσει στο ΚΘΒΕ

Η συνέντευξη του Τάκη Χρυσικάκου στην Σμαράγδα Μιχαλιτσιάνου, αναρτήθηκε στο https://intownpost.com και είναι η παρακάτω:

|> Σε ώρες μελαγχολικές, σε δύσκολους καιρούς είναι παρήγορο να μιλάς για τέχνη με έναν σπουδαίο θεατράνθρωπο, όπως είναι ο Τάκης Χρυσικάκος. Γίνεται πολύτιμη η επικοινωνία με ένα καλλιτέχνη που πασχίζει να μεταδώσει την εμπειρία και την γνώση του στο κοινό, αγωνιζόμενος να αντισταθεί στην αδικία και να επικοινωνήσει την ουσία της ζωντανής τέχνης του θεάτρου. Χαρισματικός ηθοποιός και σκηνοθέτης και όχι μόνο αφοπλίζει τα μεγάλα έργα που του παραδόθηκαν με έναν τρόπο εκρηκτικό, αλλά εκθέτοντας τη ψυχή του. Γι αυτό κυριαρχεί πάμφωτος σε αυτό το μαγικό χώρο.

Αυτό κάνει τώρα και στη «Βαβυλωνία» του Δημητρίου Κ. Βυζάντιου που θα ανεβεί μέσα στο μήνα που διανύουμε στη σκηνή «Σωκράτης Καραντινός» του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος με την τέχνη του, η οποία σφραγίζει την επεξεργασία του κειμένου και την σκηνοθεσία, που θα βάλει εντελώς σωστά όλες τις λέξεις επί σκηνής στο κορυφαίο έργο, σταματώντας την ασυνεννοησία.

Ο ηθοποιός και σκηνοθέτης Τάκης Χρυσικάκος στις πρόβες της θεατρικής παράστασης “Βαβυλωνία”

Μαζί μιλούμε και χώρια καταλαβαίνουμε. Είναι αυτό κ. Χρυσικάκο που μας συγκινεί και σήμερα στη θρυλική Βαβυλωνία του Δημητρίου Κ. Βυζαντίου, αφού υπάρχει μια ασυνεννοησία μια σύγχυση που συνεχίζεται έως τις μέρες μας. Μπορεί να μη μιλάμε διαλέκτους και ντοπιολαλιές, όμως η συνεννόηση μεταξύ μας είναι αδύνατη όσο ποτέ;

Η διαχρονικότητα του έργου έχει να κάνει, πιστεύω, με το γνώρισμα της φυλής μας, του έθνους μας όπου κατά κύριο λόγο είναι η ασυνεννοησία. Μικρά καπετανάτα από τόπο σε τόπο, που δεν μπόρεσαν ποτέ να εναρμονιστούν σε μια ενιαία διοίκηση και άποψη. Το φαινόμενο της δολοφονίας του Καποδίστρια, το 12- 13 ο Ελληνικός διχασμός, και πάει λέγοντας. Τι συνέβη το ΄65, ο εμφύλιος πόλεμος, τα απόνερα του εμφυλίου. Όλα αυτά μας κάνουν να διαβάζουμε τη «Βαβυλωνία» και να αναγνωρίζουμε πάρα πολλά γνωρίσματα της φυλής μας. Πιστεύω ότι πέρα από το γλωσσικό θέμα που θέτει ο συγγραφέας, το κύριο γνώρισμα είναι αυτό που προβάλατε : η ασυνεννοησία.

Η παράσταση του ομώνυμου έργου που ανεβάζετε για το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος θα στηριχτεί στην ασυνεννοησία, στη σύγχυση και στο κομφούζιο που κυριαρχεί στο νεοελληνικό βίο και είναι υπεύθυνη για όλα τα δεινά μας;

Όταν παίρνεις ένα κλασικό έργο πρέπει να τιμάς τον συγγραφέα, να μην αλλοιώνεις τα διαχρονικά του ενδιαφέροντα, την ποιότητα τη διαχρονική που έχει κάθε έργο, αλλά να τη διαβάζεις με τα μάτια τα σημερινά. Αυτό είναι το σύγχρονο θέατρο. Από κει και πέρα οι συγκρίσεις που θα γίνουν με το σήμερα είναι αναπόφευκτες με τον κόσμο. Εγώ δεν κάνω κάτι μέσα στο έργο, δηλαδή μοντερνιές κλείνοντας το μάτι στο θεατή. Είναι καθαρό το έργο και ο θεατής από μόνος του θα βγάλει τα σύγχρονα συμπεράσματα. Γιατί ο τρόπος που είδα το έργο και ο τρόπος που το ανεβάζουμε είναι με τα μάτια τα σημερινά.

Τώρα, σε αυτό που καίρια θα στηριχτεί η παράσταση είναι στην αποθέωση της διαφορετικότητας. Δηλαδή, μια ομάδα Ελλήνων από διαφορετικά μέρη, με διαφορετικά ήθη και διαφορετική ενδυμασία, ντοπιολαλιά και χορό, συναντιέται το 1827 γιανα γιορτάσει την απελευθέρωση της Ελλάδος. Κι αυτοί οι άνθρωποι τα βρίσκουν μια χαρά μεταξύ τους κι ας μην καταλαβαίνονται απόλυτα. Αυτό για μένα είναι η αποθέωση της διαφορετικότητας. Τώρα συμβαίνει μια παρεξήγηση και το πρόβλημα είναι η εξουσία. Η επέμβαση του Επτανήσιου αστυνόμου που δεν τον ενδιαφέρει η ουσία αλλά το γράμμα του νόμου, που κι αυτό είναι διαχρονικό και το συναντάμε μέχρι τις μέρες μας. Όχι η ουσία αλλά το γράμμα του νόμου.

Η σχέση σας με τη Βαβυλωνία κρατάει χρόνια.

Αυτή η παράσταση ανέβηκε για πρώτη φορά το 1990 μαζί με τον παιδικό μου φίλο τον Σταύρο Αβδούλο, σπουδαίο σεναριογράφο σήμερα που του χρωστάω πολλά. Από τότε δούλεψα και ξαναδούλεψα το κείμενο με το Σταύρο Αβδούλο και στη μνήμη μου έχω δύο σπουδαίους ανθρώπους: το Δημήτρη Λάγιο που έγραψε τη μουσική και αυτή τη μουσική χρησιμοποιώ, γιατί κατά τη γνώμη μου είναι συγκλονιστική. Αυτός ο μεγάλος συνθέτης έφυγε τόσο νέος, αλλά ό, τι έχει γράψει είναι σαν να γράφτηκε αύριο. Λοιπόν έχω στο μυαλό μου αυτόν και τον Μποστ, τον Μέντη Μποσταντζόγλου, που τότε μας έκανε τα σκηνικά και τα κοστούμια και που η συνεργασία μαζί του ήταν πάρα πολύ χρήσιμη για μένα. Τους έχω στο μυαλό και ξανακάνω αυτό το έργο με πολλή μεγάλη αγάπη.

Επιμεληθήκατε την δραματουργική επεξεργασία του κειμένου που έγραψε ο Δημήτριος Κ. Βυζάντιος βασιζόμενος πάνω στις δυο εκδοχές του έργου. Σκηνοθετήσατε την παράσταση και παράλληλα ερμηνεύετε τον ρόλο του Ανατολίτη, κάτι που έχετε κάνει πολλές φορές με τεράστια επιτυχία με φανατικό κοινό να γεμίζει τα θέατρα που δίνετε παραστάσεις. Αυτό είναι αποτέλεσμα της κατάκτησης της τέχνης σας;

Το μότο το δικό μου είναι πολύ παλιό. Το έλεγε και ο Κουν: «δουλειά, δουλειά, δουλειά. Δεν κάνω τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από το να δουλεύω εξαντλητικά και να περνάω κάθε φορά τα όρια της αντοχής μου». Αυτό είναι το μότο μου το οποίο συνάντησα και στον Καζαντζάκη: «Φθάσε όπου δεν μπορείς». Αυτό κάνω κι εγώ.

Τώρα, όσον αφορά τη δραματουργική επεξεργασία: η πρώτη γραφή του Βυζάντιου, όπου λέγεται, ότι όταν την έγραψε δεν είχε δει θέατρο παρά μόνον θέατρο Σκιών, είναι λίγο σαν μυθιστόρημα και αλλάζει ο ένας χώρος μετά τον άλλο. Φαίνεται του είπαν, πάλι από ό, τι λένε οι θεωρητικοί, πως το έργο δεν μπορεί να ανέβει έτσι, κι έγραψε μια δεύτερη εκδοχή πολύ καλύτερα γραμμένη σαν αξία λόγου, όπου είναι συγκεντρωμένοι οι χώροι όλοι στην Λοκάντα κοντά στην ταβέρνα και στο γραφείο του αστυνόμου. Αυτό όμως, έχει μια δυσκολία για τον θεατή γιατί πάει πίσω- μπρος. Δεν έχει μια φυσιολογική ροή. Και η δραματουργική επεξεργασία αυτό υπηρετεί. Δηλαδή, να μπαίνει ο ένας χώρος μετά τον άλλο. Αυτό έκανα εγώ. Διαλέγοντας τα καλύτερα στοιχεία από τις δύο εκδοχές και κρατώντας στο κείμενο αυτό που ήθελα.

Ανήκω στη γενιά των ανθρώπων του θεάτρου της Σχολής Βολανάκη, όπου η σκηνοθεσία ξεκινά από το κείμενο. Επεξεργάζεσαι στο κείμενο αυτό που οραματίζεσαι και μετά υλοποιείς αυτό που σχεδίασες. Κύρια δουλειά λοιπόν, είναι η επεξεργασία του κειμένου. Εκεί γεννιέται η σκηνοθεσία και η παράσταση που θα κάνεις.

Ο Τάκης Χρυσικάκος σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί στη “Βαβυλωνία” του Δημήτριου Βυζάντιου, που ανεβαίνει αυτόν το μήνα στη σκηνή “Σωκράτης Καραντινός” του ΚΘΒΕ

«…Η δημιουργία δεν είναι αποτέλεσμα μιας ευκολίας. Η δημιουργία είναι αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς. Θέλει χρόνο. Και ο χρόνος αυτός δεν μπορεί να ξοδεύεται δεξιά και αριστερά»

Οι πρόβες σας στο Κ.Θ.Β.Ε. γίνονται με ασπίδες προσώπου όπως επιβάλλει το πρωτόκολλο υποθέτω. Έφθασε άραγε η εποχή που οι άνθρωποι κυκλοφορούν με μάσκες ή φορούσαν ανέκαθεν μάσκες;

Ε, αυτό το έθεσε ο Πιραντέλο πριν πολλά- πολλά χρόνια για τις μάσκες και εξαιρετικά στο «Έτσι είναι αν έτσι νομίζετε». Στην ερώτησή σας θα πω, ότι υπάρχουνε άνθρωποι που φοράνε μάσκες και υπάρχουν άνθρωποι που αφαιρούν τη μάσκα τη δική τους και των άλλων μέσα από την αλήθεια : α-λήθη. Αυτό σημαίνει δεν ξεχνώ. Η μάσκα είναι για αυτούς που ξεχνάνε και δεν θέλουν την αλήθεια. Υπάρχουν λοιπόν, άνθρωποι που φοράνε μάσκες και άλλοι οι οποίοι που δεν φοράνε. Τώρα εδώ επικρατεί μια σύγχυση. Μέσα στην πανδημία που έχουμε επιβάλλονται οι μάσκες. Η δική μου τυχόν ελευθερία δεν μπορεί να γίνει βάρος στην υγεία του άλλου. Άρα κάνουμε την πρόβα μας με την προσωπίδα. Στην αρχή ήταν δύσκολο. Όλα συνηθίζονται όπως ξέρετε. Κι έτσι λοιπόν, οι πρόβες μας πάνε μια χαρά.

Νιώσατε καθόλου μέσα στην καραντίνα την έλλειψη της ζωντανής τέχνης;

Ναι, είναι αναγκαία η ζωντανή τέχνη και νομίζω όχι μόνο σε μένα, που είμαι ένας άνθρωπος του θεάτρου, αλλά και ο περισσότερος κόσμος το έχει ανάγκη. Η προσπάθεια που γίνεται διαδικτυακά γίνεται μόνο για ανάγκη. Δηλαδή, θέλω να δω μια σπουδαία παράσταση που έχει γίνει στο Λονδίνο, στη Νέα Υόρκη ή στο Βερολίνο και επειδή δεν μπορώ να πάω τη βλέπω διαδικτυακά. Μόνο αυτή είναι η χρησιμότητα που έχει το διαδίκτυο. Το ζωντανό θέαμα δεν μπορεί να πάψει ποτέ. Βλέπεις τον ιδρώτα του ηθοποιού, συμμετέχεις, σε συνεπαίρνει το ζωντανό θέαμα και είναι απόλυτη ανάγκη για τον θεατή να βλέπει θέατρο.

Θα πω μία φράση και μην την πάρετε για αυλοκολακεία. Τη λέω για να απαντήσω. Είναι η φράση μιας κυρίας που όταν είχε δει τα διηγήματα του Παπαδιαμάντη με περίμενε στο φουαγιέ και μου είπε: «Κύριε Χρυσικάκο έχω μία ερώτηση. Είναι η τέταρτη φορά που βλέπω την παράσταση και αναρωτιέμαι,πώς γίνεται να παίζετε εσείς στη σκηνή κι εμένα στην πλατεία να μου μυρίζει θάλασσα. Το αναφέρω ακριβώς όχι για την κολακεία, την προσωπική τη δική μου επαναλαμβάνω, αλλά πως αυτή η κυρία εκείνη την ώρα ταξίδευε με το ζωντανό θέατρο. Άρα η ζωντανή τέχνη είναι μεγάλη ανάγκη και επειδή έχει λείψει στον κόσμο θα γεμίσει τα θέατρα αναλογικά όσο χρειαστεί πενήντα, εξήντα τοις εκατό της χωρητικότητας. Θα το δείτε.

Θα λέγατε ότι η χίμαιρα που κυνηγάτε, εσείς οι άνθρωποι του θεάτρου εμπεριέχει ένα στοιχείο δονκιχωτισμού, αφού η παράσταση κατεβαίνει και χάνεται;

Αυτό είναι το μεγαλείο του θεάτρου. Το μάθημα που πήρα και το κατανόησα είναι σε μια πρωτεύουσα ή στη Ρώμη ή στο Λονδίνο ήμουνα, και κάθε μέρα στο διαδρομή που έκανα ήταν ένας ζωγράφος, ο οποίος σε ένα κεντρικό δρόμο είχε κλείσει ένα κομμάτι του πεζοδρομίου και ζωγράφιζε με μπογιές που σβήνουνε το πεζοδρόμιο και ο κόσμος που πέρναγε πέταγε κέρματα γιατί ήτανε περίτεχνη η ζωγραφική. Τελείωσε τη ζωγραφική του, έβγαλε τα προστατευτικά γύρω- γύρω και ο κόσμος πέρασε, τα πάτησε, έπεσε η βροχή τα έσβησε. Όμως εκείνο το έργο εμένα μου έμεινε και θα το θυμάμαι πάντα. Αυτό ήταν τεράστιο μάθημα. Χτίζουμε στην άμμο και αυτό κάνει την τέχνη του θεάτρου συγκλονιστική, γιατί έχει το μεγαλείο της ουτοπίας. Χτίζω στην άμμο, αλλά αυτό το κάνω με ένα τρόπο, σαν να είναι το άλφα και το ωμέγα της ύπαρξής μου. Αυτή είναι η αξία του θεάτρου.

Είναι το θέατρο για εσάς κ. Χρυσικάκο το καταφύγιο από τον πραγματικό κόσμο, τον τόσο αφόρητο από τη μια και από την άλλη το μονοπάτι για να καταθέσετε τις απόψεις σας και τις θέσεις σας;

Όλοι έχουμε ανάγκη το μικρόκοσμο και κάποια στιγμή σε κάποιο κύκλο της ζωής μας, όπως εγώ τώρα που περνάν τα χρόνια και συσσωρεύεται εμπειρία και γνώση, φτιάχνεις το μικρόκοσμό σου και προσπαθείς να ζήσεις μέσα σε αυτόν με αυστηρές επιλογές. Δεν είναι απομόνωση, είναι επιλογές. Είναι ανάγκη πια, είναι ανάγκη να δημιουργήσεις ένα κόσμο όπου αισθάνεσαι, ότι δεν εκτίθεσαι, αλλά προστατεύεσαι. Και μέσα σε αυτόν τον μικρό κόσμο μπορείς να συνεννοηθείς χωρίς να ξοδεύεσαι, γιατί καταλαβαίνεις, ότι ο χρόνος δεν είναι και άπειρος, όπως νόμιζες όταν ήσουνα νέος και συγχρόνως το σημαντικότερο από όλα είναι να δημιουργήσεις.Η δημιουργία δεν είναι αποτέλεσμα μιας ευκολίας. Η δημιουργία είναι αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς. Θέλει χρόνο. Και ο χρόνος αυτός δεν μπορεί να ξοδεύεται δεξιά και αριστερά.

Ο Κάρολος Κουν, πλάι στον οποίο μαθητεύσατε την τέχνη του θεάτρου και την είχε ανεβάσει πολύ ψηλά, θεωρούσε πως ο άνθρωπος με το θέατρο μπορούσε να γίνεται σε καθημερινή βάση πολύ καλύτερος, όχι μόνο ο ηθοποιός. Ήταν ορόσημο η μαθητεία σας κοντά του;

Ναι, βέβαια. Απόλυτα. Ένα παιδί από μια λαϊκή συνοικία, τη Νίκαια του Πειραιά, βρίσκεται σε ένα τέτοιο χώρο, ποιος ξέρει για ποιους λόγους. Γιατί θαύμαζε τους ηθοποιούς του κινηματογράφου; Γιατί θα ήθελε να τους μοιάσει; Και μπαίνει σε ένα τέτοιο χώρο όπου υπάρχει μια άλλη αντίληψη, υπάρχει μια πολύ υψηλή αισθητική, υπάρχει μια πολύ υψηλή γνώση των πραγμάτων και μία αντίληψη απόλυτης καλογερίστικης υποταγής γι αυτό που υπηρετούμε το θέατρο. Είναι κάτι ιερό γι΄ αυτούς τους ανθρώπους. Και ξαφνικά αρχίζει να αλλάζει η οπτική μου ολόκληρη. Αρχίζω να διαβάζω, αρχίζω να μελετώ, αρχίζω να θητεύω, αρχίζω τη μύηση, η οποία έρχεται σιγά-σιγά με τα χρόνια. Ναι, άλλαξε η οπτική της ζωής μου είναι αλήθεια.

Στη «Σκηνή» διαμορφωθήκατε ως άνθρωπος; Γίνατε καλύτερος;

Ως αρχή της τέχνης που υπηρετώ είναι, αν είναι χρήσιμο αυτό που κάνω. Έτσι απαλλαγμένα από φιλοδοξίες, από ματαιοδοξία, εγωκεντρισμό και όλα τα παρελκόμενα. Επομένως για να είναι χρήσιμο πρέπει εγώ ο ίδιος και η επαφή μου με τα μεγάλα κείμενα να αφομοιώνεται, να με κάνει καλύτερο, να μην είναι ένα μέσο αυταρέσκειας, μία επίδειξη. Έπαιξα Ευριπίδη, Αριστοφάνη, έπαιξα Σαίξπηρ και, και , και αυτοϊκανοποίηση δηλαδή, αλλά έμαθα από αυτά. Από τη στιγμή που έμαθα από αυτά, άρα γίνομαι καλύτερος και από τη στιγμή που γίνομαι καλύτερος μπορώ να δώσω πράγματα στο θεατή και να γίνει καλύτερος και αυτός, να πάρει κάτι, για να καταλήξουμε στην αρχική φράση που είπα, να είναι χρήσιμα αυτά που κάνω, να πιάνουν τόπο με λίγα λόγια. Έτσι παράγεται ο πολιτισμός.

Τι γνώμη έχετε για τους νέους ηθοποιούς που κάνουν τα πρώτα τους βήματα; Τι πρέπει να προσέξουν;

Κατ’ αρχάς να είμαστε ανεκτικοί, να μην είμαστε αυστηροί με τα νέα παιδιά λαμβάνω υπόψη και τον εαυτό μου και τα πάντα. Ο νέος θέλει πρότυπα και η εποχή μας δεν διαθέτει πρότυπα δυστυχώς και αυτό είναι ένα πρόβλημα πάρα πολύ μεγάλο. Τα παιδιά πρέπει να ψάξουνε μόνα τους και να βρούνε και να πιστέψουν μέσα στην απόλυτη σύγχυση της εποχής που ζούμε. Θα τους έλεγα να μελετούν, να πιστεύουν στην τέχνη τους, να είναι ανήσυχοι, να μην βολεύονται, να μην δέχονται την ευκολία. Η ευκολία είναι θάνατος. Η αναζήτηση είναι αυτή που μας ανοίγει καινούργιους δρόμους, που ούτε καν υποψιαστήκαμε ότι υπάρχουν μέσα μας. Αυτό να πράξουν. Και να είμαστε επιεικείς με τους νέους. Να τους βοηθάμε. Είναι απόλυτα εγωιστικό, για μας τους παλιούς, να μη βοηθάμε τους νέους και να πιστεύουμε, ότι η τέχνη τελειώνει με εμάς. Απόλυτα εγωιστικό. Δεν το θέλω καθόλου. Αποκόβεται ο κρίκος που ενώνει το χθες με το σήμερα και δεν είναι καθόλου καλό αυτό. Η τέχνη και η ζωή η ίδια είναι μία σκυταλοδρομία κι εσύ σαν πιο παλιός κόβεις της σκυτάλη για να την πάρει ο νέος και να προχωρήσει, να δημιουργήσει καινούργια πράγματα. Αλλά αν ο παλιός δεν δώσει τη σκυτάλη και ο νέος δεν θέλει να πάρει τη σκυτάλη, θεωρώντας ξεπερασμένο τον παλιό, τότε δημιουργούνται τέρατα.

Ποια είναι για εσάς η ομορφιά της ζωής;

Η ομορφιά της ζωής για μένα είναι να αγαπάμε και να χαιρόμαστε το κάθε ξημέρωμα . Κάθε ξημέρωμα είναι μία καινούργια μέρα. Να αγαπάμε τη ζωή, να αγαπάμε την καθημερινότητα, να ψάχνουμε να βρούμε τρόπους καθημερινά να γεννιέται κάτι ατελείωτο. Ακόμα και η αγάπη η προσωπική μου για την τέχνη έχει να κάνει, ότι εγώ αγαπώ το σήμερα, ότι αγαπώ όσο μπορώ τον εαυτό μου μέσα σε αυτό το σήμερα. ‘Έχω ελπίδα, έχω πίστη, έχω αγάπη, τα υψηλότερα πράγματα. Αποδέχομαι επίσης ότι μεγαλώνω, αποδέχομαι ότι συσσωρεύεται γνώση και εμπειρία στη ζωή μου, όπου η υποχρέωση μου είναι να τα μεταδώσω, να μην τα κρατήσω για τον εαυτό μου. Η ομορφιά της ζωής είναι ο ήλιος που βγαίνει το πρωί και είναι ο ήλιος που δύει το βράδυ και το φεγγάρι που βγαίνει και μία παράσταση που κάνεις με αυταπάρνηση για να προσφέρεις κάτι στους άλλους. Αυτή είναι η ομορφιά της ζωής.

Τι θεωρείτε προσωπικά, επαναστατικό σήμερα;

Ο καθένας να κάνει σωστά τη δουλειά του. Το βρίσκω ό,τι πιο επαναστατικό υπάρχει. Να έχουμε ευθύνη και να κάνουμε όσο μπορούμε καλύτερα αυτό που μας έχουν αναθέσει. Η επανάσταση που αναφέρεις δεν είναι υπόθεση ομαδική. Δεν θα αλλάξω περιμένοντας να αλλάξει ο κόσμος. Πρώτα εγώ θα αλλάξω τον κόσμο, αφού πρώτα αλλάξω ο ίδιος. Επανάσταση λοιπόν, είναι η προσωπική αλλαγή και η ευθύνη και το χρέος που θα βάλω για τον εαυτό μου. Να κάνω καλά τη δουλειά μου, να είμαι εντάξει με την οικογένειά μου, να είμαι δίκαιος με τους προϊσταμένους και τους υφιστάμενους , να έχω δικαιοσύνη στη ζωή μου. Αυτή είναι η επανάσταση.

Πιστεύετε ότι θα ξανάρθει η μέρα που θα έχουμε περισσότερη ελευθερία και λιγότερους φόβους;

Το πρόβλημα το μεγάλο ακριβώς είναι οι φόβοι μας και πρέπει να βρούμε ένα τρόπο αυτούς τους φόβους να τους ξεπεράσουμε. Η πίστη βοηθάει να αποβάλλεις τους φόβους σου. Η ρίζα στο φόβο είναι ο θάνατος ή τι θα συμβεί αύριο. Ζούμε με το χθες και με το αύριο ξεχνώντας το σημαντικότερο, που είναι το σήμερα. Αν βρούμε τρόπο ο καθένας μας να αποβάλλουμε αυτό το φόβο και να ζούμε το σήμερα, νομίζω ότι θα είναι τεράστια νίκη για τον καθένα μας. Ο φόβος είναι αρρώστια. Καταστρέφει τα πάντα. Κι ας βρούμε ένα τρόπο, όπως έχω βρει εγώ με την πίστη που έχω και με την αγάπη μου στο θέατρο και έτσι σταθερά να αποβάλλω τους βαθύτερους φόβους μέσα μου. Όχι ότι εξαφανίστηκαν όλοι οι φόβοι μου, αλλά οι μεγαλύτεροι, ναι φύγανε. Ας βρει ο καθένας τον τρόπο να αποβάλλει το φόβο του.

Πώς φαντάζεστε να εξελίσσεται θεατρική σας διαδρομή;

Φιλοδοξία μου είναι όσο μπορώ και με βαστάνε τα πόδια μου και είμαι όρθιος και αυτός είναι ο λόγος που γυμνάζομαι καθημερινά θα είμαι επί σκηνής. Θα είμαι δηλαδή, πάνω στη σκηνή ή κάτω από τη σκηνή, γιατί ακριβώς επανέρχομαι στην προηγούμενη φράση μου, θεωρώ ότι όλη αυτή η γνώση και η εμπειρία που έχει συσσωρευτεί πρέπει να κατατεθεί. Αυτή είναι η φιλοδοξία μου σε σχέση με το θέατρο. Δεν έχω να παίξω αυτό το ρόλο ή να ανεβάσω εκείνο το έργο. Ό, τι μου ανατεθεί . Ό, τι βρω, ό, τι είναι χρήσιμο για την εποχή που ζούμε αρκεί να είμαι παρών. Αρκεί να μη με προδώσει κάποια αρρώστια.

Απάντηση

Αρέσει σε %d bloggers: